Τείνει να γίνει συνήθεια, εν μέσω πανδημίας, ή καλύτερα εκμεταλλευόμενα την πανδημία, διάφορα Υπουργεία να επιχειρούν νομοθετικές πρωτοβουλίες που μεροληπτούν απροκάλυπτα υπέρ του ιδιωτικού και της ιδιωτικότητας. Αυτό συμβαίνει και με το περιβαλλοντικό νομοσχέδιο του υπουργού κ. Κ. Χατζηδάκη
Το νομοσχέδιο αντιμετωπίστηκε απολύτως αρνητικά από το σύνολο σχεδόν των περιβαλλοντικών οργανώσεων που ζήτησαν τη απόσυρσή του. Για παράδειγμα η Ελληνική Εταιρία Προστασίας της Φύσης χρησιμοποίησε σκληρούς όρους όπως ‘παρωχημένη λογική’ ‘κακώς νοούμενη ελαστικοποίηση της περιβαλλοντικής νομοθεσίας’ κ.ά.
Χωρίς ιδιαίτερη βιασύνη ανάμενα ότι η διαβούλευση του Υπουργού με εκπροσώπους περιβαλλοντικών οργανώσεων θα επέφερε ουσιαστικές βελτιώσεις. Διαψεύστηκα εντελώς σε ότι αφορά την ουσία της πρότασης. Έτσι, και πέρα από την προχειρότητα, – για πολλές περιβαλλοντικές οργανώσεις- και τον ερασιτεχνισμό, -θα πρόσθετα-, οι πράγματι παρωχημένες πρόνοιες του νομοσχεδίου ανατρέπουν πλήρως την ουσία του περιβαλλοντικού κεκτημένου
Πολλά είναι τα σημεία της κριτικής απόρριψης. Ανάμεσά τους η προσχηματική επιδίωξη επιτάχυνσης και διευκόλυνσης των διαδικασιών αδειοδότησης, η διαχείριση των αποβλήτων, οι ρυθμίσεις για τα δασικά αυθαίρετα, η μερική αναστολή ισχύος των δασικών χαρτών είναι μερικά, ανάμεσα σε μύρια όσα.
Για πιο λεπτομερείς πληροφορίες μπορεί κανείς να ανατρέξει σε άλλες πηγές όπως π.χ. σε σχετικό άρθρο του TVXS στη διεύθυνση (https://tvxs.gr/news/ellada/nea-ekklisi-apo-dekades-organoseis-na-min-epitrepsoyme-na-perasei-periballontoktono-nomo ). Εδώ θα επιμείνω σε λίγα εμβληματικά που τονίζουν την ιδιωτικότητα και την εργαλειακότητα που χαρακτηρίζουν τη νεοφιλελέυθερη οπτική έναντι της συλλογικότητας και των οικολογικών ηθικών αξιών που προβάλει η οικοαριστερά.
Πρώτο σημείο: Οι μελέτες περιβαλλοντικών επιπτώσεων και η διατύπωση περιβαλλοντικών όρων ανατίθεται σε ιδιώτες αξιολογητές. Την ίδια στιγμή, μειώνεται ο χρόνος γνωμοδότησης από τις δημόσιες υπηρεσίες και υποβαθμίζεται το περιεχομένου του φακέλου αδειοδότηση, ενώ μηδενίζεται ο ρόλος της κοινωνικής διαβούλευση και η λαϊκή συμμετοχή, καθώς και o ρόλος εγγυήτριας της εφαρμογής των κανόνων που οφείλει να υπηρετεί η δημόσια διοίκηση
Έτσι, η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων από κοινωνική διαδικασία υποβαθμίζεται σε τετριμμένη τεχνοκρατική πρακτική και έτσι χάνει την αξιοπιστία και την κοινωνική και πολιτική της νομιμοποίηση
Δεύτερο σημείο: αφορά στο καθεστώς διακυβέρνησης των προστατευομένων περιοχών. Ο φορέας διαχείρισης είναι μια εμβληματική μορφή τοπικής διακυβέρνησης. Όπως έχω αναφέρει σε άλλη ανάρτηση αποτελεί ένα τοπικό δίκτυο δικτύων το οποίο συγκροτείται από άλλα τοπικά και μη τοπικά δίκτυα. Για παράδειγμα στον φορέα της Πρέσπας συμμετείχε η μη κυβερνητική Εταιρεία Προστασίας Πρεσπών, ο τοπικός Δήμος, ο τοπικός σύλλογος αλιέων, η νομαρχιακή αυτοδιοίκηση, το αρμόδιο Υπουργείο, το Υπουργείο Εξωτερικών κ.ά
Προδήλως εδώ πρόκειται για αποκεντρωμένους, αυτόνομους και πλουραλιστικούς μηχανισμούς παραγωγής μικρής κλίμακας πολιτικών. Οι φορείς αποφασίζουν ύστερα από διαρκή, ανοιχτή και έντιμη διαβούλευση μεταξύ ισότιμων εταίρων. Καθένα από τα δίκτυα/εταίρους διαπραγματεύεται με βάση εκείνο που θεωρεί ορθόν. Η Εταιρεία Προστασίας με βάση το οικολογικά ορθόν, ο σύλλογος αλιέων με βάση το συνδικαλιστικά ορθόν , ο Δήμος με βάση το ορθόν της τοπικής κοινωνίας, τα Υπουργεία με βάση το πολιτικά ορθόν και πάει λέγοντας
Συνήθως, οι αποφάσεις που λαμβάνονταν μετά από εξαντλητικό διάλογο ανάμεσα σε όλες αυτές τις ορθότητες έφταναν τελικά να διαμορφώσουν πολιτική πρόταση που αν δεν συνάδει τουλάχιστον δεν αντιστρατεύεται την τοπικότητα της κάθε προστατευόμενης περιοχής (οικονομική, πολιτική, πολιτιστική) γιατί αυτός ήταν και ο μοναδικός τρόπος νομιμοποίησής τους
Η αξία και η αξιοποίηση των φορέων ως αυτόνομων κυττάρων δημοκρατικής αποκέντρωσης δεν έγινε κατανοητή όσο θα της άξιζε από την πολιτική τάξη, μηδέ του ΣΥΡΙΖΑ εξαιρουμένου. Ακόμα χειρότερα, η πρόταση Χατζηδάκη έρχεται να μηδενίσει την ουσία των φορέων διαχείρισης και να τους μετατρέψει σε απλό εργαλείο/ιμάντα μεταβίβασης αποφάσεων και πρακτικών που επεξεργάζεται ένα ενιαίο νομικό πρόσωπο, ο ‘Οργανισμός Φυσικού Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής’. Κοντολογίς το νομοσχέδιο Χατζηδάκη υποτάσσει την τοπικότητα στην κεντρική εξουσία του κράτους
Τρίτο σημείο: καταστρατηγώντας κεκτημένα το νομοσχέδιο ορίζει τις κατηγορίες προστασίας με κριτήρια νεοφιλελεύθερης κοπής
Έτσι, η οριοθετεί περιοχές ως ‘περιφερειακά πάρκα’ με βάση μη οικολογικά κριτήρια. Κατά τη συνήθη εργαλειακή νεοφιλελεύθερη οπτική τα αντικαθιστά με κριτήρια ‘οικοσυστημικών υπηρεσιών’. Ανεξάρτητα λοιπόν από τις οικολογικές τους αξίες οι βιότοποι τίθενται στη υπηρεσία των συνήθως οικολογικά ασύμβατων καταναλωτικών αναγκών των αστικών πληθυσμών. Και η εξυπηρέτηση αυτών των διαρκώς αυξανόμενων αναγκών απαιτεί τη λεηλασία της φύσης με την πλήρη υποταγή των φυσικών διαδικασιών στις ανάγκες της κεφαλαιακής συσσώρευσης, δηλαδή στην κατ’ εξοχήν υπεύθυνη της σημερινής οικολογικής κρίσης
Τέταρτο σημείο: Κρίσιμη είναι και η αλλαγή στον ορισμός των χρήσεων γης. Το νομοσχέδιο καταργεί τη δυνατότητα επιλογής με βάση τους ισχύοντες κανονισμούς και κώδικες και μετά από διεξοδικό διάλογο με τις τοπικότητες, των πλέον κατάλληλων χρήσεων, ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της κάθε ζώνη προστασίας. Αντίθετα, επιλέγει τον οριζόντιο προκαθορισμό των χρήσεων με βάση λίστα επιτρεπόμενων που θα ισχύει για όλες τις προστατευόμενες περιοχές και ζώνες προστασίας χωρίς εξαιρέσεις
Όπως και πριν, έτσι και εδώ οι αποφάσεις είναι υπόθεση τεχνοκρατικής κεντρικής ρύθμισης και όχι τοπικής οικολογικής ουσίας
Και ως κατακλείδα επιβεβαιώνεται για ακόμα μια φορά ότι ο νεοφιλελευθερισμός στέκει τυφλός απέναντι στα ανθρώπινα, σκέπτεται και ενεργεί μονοσήμαντα με αποκλειστικό κριτήριο το ρυθμό κεφαλαιακής κυκλοφορίας
1 σκέψη για το "Χαρακτηρίζει η αλαζονεία της πανδημίας τη νομοθετική πρωτοβουλία επιβολής αμιγώς νεοφιλελεύθερων κριτηρίων περιβαλλοντικής διαχείρισης ;"