Γεράνεια, Νότιες Πλαγιές
Πριν το 1970 οι πληθυσμοί της νότιας πλευράς των Γερανείων χρησιμοποιούσαν το πευκοδάσος ως πηγή εισοδήματος. Μετά το 70 η οικονομική εκμετάλλευση του δάσους πρακτικά έλαβε τέλος και σήμερα αυτό εκτιμάται σχεδόν αποκλειστικά για την αισθητική του αξία ως δάσος αναψυχής
Εκείνο το δάσος/πλουτοπαραγωγική πηγή είναι διαφορετικό από πολλές απόψεις από τούτο το δάσος αναψυχής
Γεράνεια: Δασικές συστάδες και καλλιεργούμενες εκτάσεις
Πριν το 70, χιλιάδες άνθρωποι και ζώα χρησιμοποιούσαν καθημερινά το δάσος και του προσέδιδαν μια ιδιαίτερη φυσιογνωμία. Οι δασικές συστάδες ήταν πολύ πιο αραιές αλλά και πιο ανοικτές από τις σημερινές πυκνές συστάδες και είχαν μικρότερη έκταση αφού ενδιάμεσα υπήρχαν και αγροτικές καλλιέργειες. Δεν συναντούσε κανείς πεσμένους κορμούς και κλαδιά αφού αυτά απομακρύνονταν προκειμένου να χρησιμοποιηθούν ως καύσιμη ύλη. Τις συτάδες διέσχιζαν μονοπάτια ενώ σε αντίθεση με τη σημερινή παχιά φυλλοστρωμνή εκείνη ήταν καλά πατημένη.
Η χρήση καθορίζει τη δομή των δασικών συστάδων
Διαφορετική ήταν και η δομή των δασικών συστάδων. Τα δέντρα ήταν μεγαλύτερα σε ηλικία, ψηλότερα και με μεγαλύτερη διάμετρο κορμού. Αντί του πυκνού υποορόφου που διαθέτει το σημερινό δάσος εκείνο το δάσος πρακτικά δεν είχε υποόροφο αφού οι θάμνοι και τα νεαρά δέντρα χρησιμοποιούνταν ως καύσιμο υλικό στα ασβεστοκάμινα ή χρησίμευαν για την παραγωγή ξυλοκάρβουνου. Αντίθετα λόγω της μεγαλύτερης ποσότητας φωτός που έφτανε στο επίπεδο της φυλλοστρωμνής το εκείνο το δάσος πλούσιο χλοοτάπητα και πολλά είδη χόρτων ικανοπιούσαν μέρος των διατροφικών αναγκών των κατοίκων
Πέρα όμως από τη φυσιογνωμία και τη δομή υφίστανται και λειτουργικές διαφορές ανάμεσα σε εκείνο και ετούτο το δάσος. Για παράδειγμα, η απουσία πεσμένων κορμών και η καλά πατημένη φυλλοστρωμνή υπαγόρευαν μια διαφορετική διαδικασία ανακύκλωσης των υλικών.
Το καθαρό έδαφος μειώνει τη διάδοση της έρπουσας πυρκαγιάς
Όμως και η διακινδύνευση ήταν μικρότερη. Λόγω της απουσίας καυσιμου υλικού στο έδαφος και αέρα στην εδαφική στρωμνή, οι φωτιές εκδηλώνονταν πιθανώς με μεγαλύτερη συχνότητα είχαν όμως μικρότερη ένταση και εξαπλώνονταν σε μικρότερη έκταση. Στην πράξη, μια συλλογικότερα οργανωμένη κοινωνία αποτελούμενη από έμπειρους κατοίκους κατόρθωνε να ελέγξει από μόνη της τη φωτιά. Ούτε γενική κινητοποίηση, ούτε εναέρια, ούτε επίγεια μέσα, αλλά ούτε και κινδυνολόγοι επιστήμονες και δημοσιογράφοι. Μονάχα τσεκούρια, σκεπάρνια, ξινάρια φτυάρια και όλος ο τοπικός πληθυσμός στο πόδι
Γεράνεια: τότε ρητινοσυλλογή, τώρα δασική αναψυχή
Αλλά και ο σκληρότραχηλος και νευρώδης χρήστης/καλλιεργητής εκείνου του δάσους διέφερε από πολλές απόψεις από τον καλοταϊσμένο σημερινό αστό/επισκέπτη του αισθητικού δάσους. Οι διαφορές δεν περιορίζονται στις φυσικές διαφορές εκείνου από τούτον τον άνθρωπο. Διαφέρουν επίσης οι εμπειρίες, οι κοινωνικές αναπαραστάσεις, ο ορίζοντας των προσδικιών, η κοινωνικότητα, με λίγα λόγια ο τρόπος αντίληψης αλλά και πρόσληψης του κόσμου. Μιλώ για ριζικά διαφορετικούς πολιτισμούς.Εκείνο το δάσος ήταν τόσο διαφορετικό από τούτο το δάσος όσο διαφορετικός είναι τούτος από κείνον τον άνθρωπο και όσο διαφορετική ήταν εκείνη η αγροτο-κτηνοτροφική κοινωνία από τη σημερινή αστική κοινωνία.
Το μικρό δίδαγμα:
Εκείνο το δάσος ήταν αυτό που ήταν φυσιογνωμικά, δομικά και λειτουργικά γιατί και η κοινωνία είχε εκείνον το βαθμό ανάπτυξης. Τα εργαλεία και η τεχνογνωσία προσδιόριζαν τη τότε μορφή του δάσους. Οι μεταφορές γινόταν με τα ζώα, το δάσος είχε μικρή παραγωγικότητα επομένως η απόδοση εξαρτώνταν από την έκταση της εκμετάλευσης. Τα καλοκαίρια δημιουργούνταν επιτόπου καταυλισμοί με σημαντική σημασία για την κοινωνικότητα και την ανάπτυξη συλλογικής κουλτούρας που βασιζόταν στις διηγήσεις γύρω από τη φωτιά του καταυλισμού
Ομως και εκείνος ο άνθρωπος ήταν αυτός που ήταν γιατί το και το δάσος ήταν έτσι όπως ήταν. Το ισχυρό ανάγλυφο απαιτούσε την καταβολή ιδιαίτερης προσπαθειας πράγμα που είχε σαν αποτέλεσμα νευρώδεις ανθρώπινες μορφές. Ως μέλος μιας αγροτοκτηνοτροφικής κοινότητας εκείνος ο άνθρωπος όφειλε να υιοθετεί εκείνες τις κοινωνικές συμπεριφορές και να ακολουθεί ετούτες τις συνήθειες που έκαναν δυνατή την επιβίωση από τον πλούτο που έδινε ένα ελάχιστα παραγωγικό και με ισχυρό ανάγλυφο δάσος. Εκείνος ο άνθρωπος διανυκτέρευε στο ύπαιθρο παρέες, όφειλε να κοιμάται νωρίς και να ξυπνάει με το χάραμα. Η διατροφή του ήταν πλούσια σε πρωτείνες, ενώ το έντονο ανάγλυφο επέβαλε σκληροτράχηλη, νευρώδη φυσιογνωμία.
Κοντολογίς και χωρίς αξιολογήσεις καλύτερο-χειρότερο, απλά διαφορετικό: το δάσος ήταν αυτό που ήταν γιατί η κοινωνία ήταν αυτή που ήταν. Ή όπως μεταφράζω σήμερα τις τότε εμπειρίες μου: το δάσος και ο άνθρωπος αποτελούσαν τα δυό στοιχεία μιάς αδιάσπαστης ενότητας. Δεν μπορεί κανείς να προσλάβει την εικόνα εκείνου του δάσους ερήμην της τότε τοπικής κοινωνίας, αλλά ούτε και να περιγράψει εκείνη την κοινωνία και τον πολιτισμό της αγνοώντας την ύπαρξη του δάσους.
Ή όπως γενικεύω σήμερα τις τότε εμπειρίες: η υλική φύση δεν υφίσταται αντικειμενικά εκεί έξω ερήμην της κοινωνίας. Ουτε όμως και η κοινωνια υφίσταται αντικειμενικά ερήμην της φύσης εκεί έξω. Ετσι λοιπόν η σύλληψη της έννοιας της φύσης όπως άλλωστε και της κοινωνίας δεν γίνεται σε βάση οντολογική με την έννοια ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με αυτόνομες οντότητες που μπορούμε να τις συλλάβουμε αυτόνομα την μία από την άλλη στο διαχωρισμό τους. Εκείνο που πραγματικά υπάρχει είναι η μεταξύ τους σχέση
Γι’ αυτό δεν έχει νόημα στο πλαίσιο μιας μαρξικής συζήτησης για την οικολογία η επίκληση ενοιών όπως αειφορία που προϋποθέτουν το διαχωρισμό της φύσης από την κοινωνία, αποδίδουν βουλησιαρχία μόνο στην κοινωνία και ανοχές στη φύση και επομένως ζητούν την υιοθεσία τακτικών παρέμβασης, έστω και αν αυτές βρίσκονται μέσα στα όρια ανοχών της φύσης.
Ισορροπία άνθρωπος-Φύση
Αντίθετα μια συνεπής μαρξιστικής έμπνευσης συζήτηση για το οικολογικό πρόβλημα οφείλει να συνδέεται με τον τρόπο υλικής παραγωγής της κοινωνίας και τις αντιφάσεις που ανακύπτουν στο εσωτερικό του κοινωνικού σχηματισμού λόγω της εκμεταλλευτικής ιδεολογίας που επιβάλει την εμπορευματοποίηση και άρα την εκμετάλευση της φύσης από τον άνθρωπο με τον ίδιο τρόπο που επιβάλει την εκμετάλευση του ανθρώπου από τον άνθρωπο.