Φορέας Διαχείρισης Εθνικού Πάρκου Πρεσπών
Οι αναλύσεις περιπτώσεων λειτουργίας Φορέων Διαχείρισης δείχνουν ότι ο ρυθμιστικός ρόλος και η αποτελεσματικότητα τους ελέγχεται σε μεγάλο βαθμό από το ευρύτερο πολιτικοοικονομικό πλαίσιο εντός του οποίου λειτουργούν. Το ζήτημα που μένει πάντα ανοιχτό στη συζήτηση είναι το πώς οι Φορείς προσαρμόζουν τη δομή και τη δράση τους σε αυτό το γενικότερο πλαίσιο. Τα πρακτικά ερωτήματα που πρέπει να απαντώνται και να επερωτώνται ξανά και ξανά αφορούν το αν, το πώς και το κατά πόσον συμβάλουν στην μετατόπιση του συσχετισμού δυνάμεων στην περιοχή ευθύνης τους και συνακόλουθα στην παραγωγή ευκαιριών πολιτικών παρεμβάσεων της τοπικής κοινωνίας των πολιτών και της οικοαριστεράς
Φορείς διαχείρισης: Χώροι δημοκρατικής διαβούλευσης
Οι ως τώρα απαντήσεις αποκλίνουν χαρακτηριστικά. Οι αισιόδοξοι υποστηρίζουν ότι οι Φορείς συνιστούν αρένες δημοκρατικής διαβούλευσης και δράσης ΜΚΟ, συνδικαλιστικών οργανώσεων, άλλων μη κυβερνητικών δομών αλλά και ιδιωτικών επιχειρήσεων. Διαθέτουν επομένως μεγάλες δυνατότητες να συμβάλουν στην επίλυση κοινωνικών και περιβαλλοντικών προβλημάτων
Κερκίνη: η τεχνητή νησίδα διευκολύνει την προβληματική αναπαραγωγή των πελεκάνων
Ιδιαίτερα η εμπλοκή του ιδιωτικού στην περιβαλλοντική ρύθμιση και τη δημιουργία περιβαλλοντικών θεσμών από το ιδιωτικό θεωρήθηκε σημαντική για πολλούς από τους αισιόδοξους, καθόσον πολιτικοποιεί τα περιβαλλοντικά προβλήματα στη βάση της ιδιωτικότητας.
Τοπικές Δομές Ενδιαφερομένων: Πολλαπλές δραστηριότητες
Η κριτική στις παραπάνω αντιλήψεις αναγνωρίζει ότι οι Φορείς συγκροτούν πράγματι πλουραλιστικούς χώρους διαπραγμάτευσης και δράσης. Την ίδια στιγμή όμως δεν παραγνωρίζει και τη στενότητα της απεύθυνσης των Φορέων τόσο θεματικά όσο και χωρικά, πράγμα που μειώνει την ισχύ τους. Για την αντιμετώπιση αυτής της στενότητας τα τελευταία χρόνια αναδύεται μια τάση διεύρυνσης της εστίασης των Φορέων Διαχειρίσεις και γενικότερα των Δομών Ενδιαφερομένων
Ευρείας απεύθυνσης μεγάλες διεθνείς ΜΚΟ
Ορισμένες από αυτές τις Δομές, οι μεγάλες ΜΚΟ για παράδειγμα, έχουν κατανοήσει επαρκώς το διευρυμένο πολιτικό τοπίο που προσφέρει ο ‘φιλελεύθερος περιβαλλοντισμός’ όπως αυτό διαμορφώθηκε μετά τον Ψυχρό Πόλεμο και επισημοποιήθηκε κατά τη Σύνοδο Κορυφής του Ρίο το 1992. Αντιλαμβάνονται ότι αυτές οι νεοφιλελεύθερες πολιτικές ήρθαν να απορρίψουν τον ρυθμιστικό ρόλο του κράτους και να συμβιβάσουν αγοραίες εμπορικές πολιτικές (π.χ. οι αγοροπωλησίες ρύπων) με ήπιες περιβαλλοντικές ρυθμίσεις που προτείνουν διάφορες διακυβερνητικές οργανώσεις και ισχυρές ΜΚΟ (π.χ. τη μείωση των συγκεντρώσεων διοξειδίου στην ατμόσφαιρα). Παραδόξως, ωστόσο, οι μεγάλες ΜΚΟ δεν αμφισβήτησαν στην πράξη τον βασικό πυρήνα αυτής της λογικής και δεν έθιξαν τον αγοραίο χαρακτήρα αυτών των πολιτικών. Αυτοπεριορίστηκαν σε τεχνικές προτάσεις που αφορούσαν τη διασφάλιση διαφάνειας κατά την οργάνωση και εφαρμογή των περιβαλλοντικών πολιτικών
Alexandria Ocasio-Cortez: το πρασινοκόκκινο new deal
Από την πλευρά της, η κριτική της οικοαριστεράς θεωρεί σημαντική αλλά όχι και επαρκή την παρέμβαση των ΜΚΟ. Διαπιστώνει ότι ο μεταρρυθμιστικός τους στόχος δεν ευοδώθηκε εξαιτίας του μονοδιάστατου χαρακτήρα των προτάσεων και το αποδίδει στο γεγονός ότι από τις μεγάλες ΜΚΟ έλειψε η αντίληψη ότι η κοινωνική αμφισβήτηση του τρέχοντος σημαίνει ‘πόλεμο θεσεων’ και απαιτεί στέρεες συμμαχίες στο επίπεδο της κοινωνίας των πολιτών και αντι-ηγεμονικούς αγώνες κόντρα στις παραδοσιακές πολιτικές δομές (κόμματα, συνδικάτα, δημοτικές κινήσεις, δομές της κοινωνίας των πολιτών κ. ά.). Σημαίνει ακόμα την καλλιέργεια νέων κυρίαρχων ιδεολογιών και παραγωγή αυτονόητων, κοντολογίς τη διαμόρφωση ενός πρωτότυπου εναλλακτικού ‘κοινού νου ή κοινής λογικής’ για τις σχέσεις φύσης-κοινωνία
Η πολλαπλότητα του σύγχρονου πολιτικο-οικονομικού καθεστώτος
Πέρα από την κριτική, η οικοαριστερά δεν χάνει από την οπτική της ότι το ευρύτερο πολιτικοοικονομικό πλαίσιο εντός του οποίου λειτουργούν οι Φορείς, προωθεί συγκεκριμένες πολιτικές και επομένως επιβάλει τέτοιους περιορισμούς που επάγει συχνά την αποδυνάμωση της παρέμβασης τους ενώ υπονομεύει και τη δημόσια αξιοπιστία τους, που όμως είναι και το μεγάλο τους πλεονέκτημα.
Χρηματοδοτική στενότητα
Στην πράξη, οι ελλείψεις σε οικονομικούς πόρους, προσωπικό καθώς και μέσων διάδοσης της πληροφορίας καθιστούν τους Φορείς ευάλωτους στην ισχυρή πίεση και τους περιορισμούς που επιβάλει τα ηγεμονικό μπλόκ εντός του τρέχοντος νεοφιλελεύθερου εμπορικού περιβάλλοντος. Οι βαθμοί ελευθερίας όχι μονάχα των Φορέων αλλά ακόμα και των μεγαλύτερων ΜΚΟ είναι περιορισμένοι. Όμως, για τις μικρότερες οργανώσεις της κοινωνίας των πολιτών, των οποίων οι προϋπολογισμοί και το πεδίο δραστηριότητας είναι στενότερα, τα διλήμματα είναι ιδιαίτερα δύσκολα
Διάθεση τοπικών προϊόντων
Αναγνωρίζει τελικά η οικοαριστερά ότι τα πενιχρά οικονομικά μέσα των Φορέων περιορίζουν σε πολύ μεγάλο βαθμό την εύρυθμη λειτουργία τους. Γνωρίζει ότι οι δυνατότητες αυτοχρηματοδότησης της δραστηριότητας των Φορέων είναι ανεπαρκείς. Τόσο τα ερευνητικά και διαχειριστικά προγράμματα στα οποίοι εμπλέκονται οι Φορείς, όσο και οι εμπορικές τους δραστηριότητες (μπλουζάκια, ενθυμήματα, κυλικεία, ξεναγήσεις κλπ) έχουν περιορισμένη οικονομική συμβολή, πράγμα που περιορίζει και την ικανότητά τους να καταπιάνονται αποτελεσματικά με τα περιβαλλοντικά αλλά και τα κοινωνικά προβλήματα της αρμοδιότητάς τους
Στερεότυπα
Συχνά, στην αντιμαχία τους με τα νεοφιλελεύθερα στερεότυπα, οι πολιτικά και ηθικά πιο ριζοσπαστικές προτάσεις τίθενται εκτός διαλόγου και οι υποστηρικτές τους αναγκάζονται να εγκαταλείψουν τον ‘πολέμο θέσεων’. Παράλληλα, δεν διαλανθάνει της προσοχής της οικοαριστεράς ότι οι τακτικές του ‘πολέμου θέσεων’ ενέχουν κινδύνους αναφορικά με τη σωστή ή λαθεμένη επιλογή μετώπων, τη διάταξη των φίλιων δυνάμεων, των ασυνεχειών κατά την εξέλιξη των αντιπαραθέσεων, καθώς και του κινδύνου εκούσιας νομιμοποίησης πολιτικών σχεδίων του αντιπάλου
Στην τελική, η οικοαριστερά βλέπει τους Φορείς συμμάχους στη μάχη για την ανατροπή των σχέσεων παραγωγής που δημιουργούν ανισότητες καθώς και τους ιδεολογικούς και πολιτικούς αγώνες απέναντι στο νεοφιλελεύθερο stratus quo. Με άλλα λόγια η οικοαριστερά βλέπει τους πλουραλιστικούς Φορείς ως χώρους διαπραγμάτευσης και δράσης των πιο ετερογενών στοιχείων δηλαδή ως την πολιτική πραγμάτωση της τοπικότητας και κατανοεί το ρόλο του νέου αυτού πολιτικού τοπίου στην κίνησή του προς τη σφαίρα της πολιτικής με την ανατροπή των στερεότυπων του νεοφιλελευθερισμού