Μαλθουσιανή αύξηση
Το θέμα της οικονομικής ανάπτυξης και η ένταση που αυτή δημιουργεί στη σχέση μεταξύ ανθρώπου και φύσης απασχόλησε την οικονομική επιστήμη από τα πρώτα χρόνια της ζωής της. Και μάλιστα το προσωνύμιο της ζοφερής, μίζερης και θλιμμένης επιστήμης («the dismal science») το οφείλει εν πολλοίς στην απαισιόδοξη θεωρία (υπερ)πληθυσμού του Τόμας Μάλθους (1798), που προέβλεπε ότι αν δεν υπάρξει έλεγχος των γεννήσεων η ανθρωπότητα θα έρθει αντιμέτωπη με σοβαρή διατροφική κρίση.
Anne & Paul Erlich: Η μαλθουσιανή πληθυσμιακή αύξηση και οι οικολογικοί περιορισμοί
Η ραγδαία τεχνολογική πρόοδος και η βιομηχανική επανάσταση του 19ου αιώνα διέψευσαν ντε φάκτο τις απαισιόδοξες αυτές προβλέψεις. Την ίδια τύχη είχαν και οι «νεομαλθουσιανές» μελέτες που έκαναν την εμφάνισή τους τη δεκαετία του 1970 και μιλούσαν για επικείμενο κίνδυνο υπερπληθυσμού και διατροφικής κρίσης. Μία από τις μελέτες αυτές είναι και η έκθεση Μέντοουζ με τον χαρακτηριστικό τίτλο «Τα Όρια της Ανάπτυξης» (ΤΟΡΑ), η οποία συντάχθηκε από τον καθηγητή Διαχείρισης Συστημάτων του MIT Ντένις Μέντοουζ και την ερευνητική του ομάδα το 1972. Η «Λέσχη της Ρώμης», που παράγγειλε και χρηματοδότησε την έρευνα αυτή, χρησιμοποίησε επιλεκτικά τα αποτελέσματά της για να προπαγανδίσει τη δική της συντηρητική ατζέντα (την ανάγκη ελέγχου των γεννήσεων στις χώρες του Τρίτου Κόσμου). Εξ ου και ο χαρακτηρισμός της ως «νεομαλθουσιανής», που κατά τη γνώμη μου είναι αυθαίρετος και την αδικεί.
Η Λέσχη της Ρώμης: Τα όρια της ανάπτυξης
Αν και την εποχή εκείνη «Τα Όρια της Ανάπτυξης» δέχτηκαν σφοδρή κριτική από όλες τις πλευρές του πολιτικού φάσματος, σήμερα αποτελούν σημείο αναφοράς και καταστατικό κείμενο όλων των σύγχρονων οικολογικών κινημάτων. Το βασικό πλεονέκτημα της έκθεσης ΤΟΡΑ είναι ότι θέτει με πολύ απλό και σαφή τρόπο το δομικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει η ανθρωπότητα: δεν μπορεί να υπάρχει απεριόριστη υλική ανάπτυξη σ’ έναν υλικά πεπερασμένο πλανήτη, που δεν έχει ανεξάντλητους μη ανενεώσιμους φυσικούς πόρους. Η μεθοδολογία των δυναμικών συστημάτων αποδείχτηκε ιδιαίτερα χρήσιμη για την προσέγγιση της σχέσης ανθρώπου-φύσης, γιατί αντιμετωπίζει τον πλανήτη ως ένα ολοκληρωμένο και δυναμικό κλειστό οικοσύστημα αποτελούμενο από επιμέρους αλληλεξαρτώμενα και αλληλοτροφοδοτούμενα υποσυστήματα.
Οι αιτίες της κλιματικής αλλαγής είναι πολιτικές
Το βασικό μειονέκτημα της έκθεσης ΤΟΡΑ είναι ότι δεν έχει σαφώς εκπεφρασμένο πολιτικό στίγμα ή μάλλον ότι είναι συνειδητά απολίτικη. Θεωρώ ωστόσο ότι είναι αδύνατο να διερευνήσει κανείς επαρκώς τη μορφή, το περιεχόμενο και τα όρια της σχέσης του ανθρώπου με τη φύση τοποθετώντας τα εκτός ή υπεράνω του ισχύοντος πλαισίου οικονομικής, κοινωνικής και πολιτικής οργάνωσης. Το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής δεν είναι μόνον τεχνικό, αλλά και πολιτικό. Οι κοινωνίες είναι ιεραρχικά δομημένες και υπάρχουν κοινωνικές τάξεις και κοινωνικές ομάδες με διαφορετικά συμφέροντα και διαφορετική οικονομική και πολιτική ισχύ και επιρροή. Γι’ αυτό και οι λύσεις που προτείνονται δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά τεχνικές και κοινωνικά ουδέτερες.
Ο Μέντοουζ διευκρινίζει ότι δεν ήθελε να χρωματίσει πολιτικά την έκθεσή του, επειδή υπήρχαν και εξακολουθούν να υπάρχουν πολλές και διαφορετικού τύπου κυβερνήσεις και πολιτικά συστήματα στον πλανήτη. Από μιαν άποψη το γεγονός ότι η έκθεση δεν έχει σαφές πολιτικό στίγμα μπορεί να είναι και θετικό. Ως απολίτικη, επιτρέπει πολλαπλές πολιτικές αναγνώσεις ανάλογα με την ιδεολογία του καθενός, πράγμα που καθιστά δυνατή την οριζόντια διείσδυσή της σ’ όλο το πολιτικό φάσμα. Για παράδειγμα στη Μ. Βρετανία έχει συγκροτηθεί μια Διακομματική Κοινοβουλευτική Ομάδα για τα Όρια της Ανάπτυξης, που διερευνά και συζητά θέματα που σχετίζονται με την εξασφάλιση συλλογικής και βιώσιμης ευημερίας σ’ έναν πλανήτη που δεν έχει ανεξάντλητους φυσικούς πόρους. Είναι καλό οι ιδέες της οικολογίας να διεισδύσουν όσο περισσότερο γίνεται σ’ όλο το πολιτικό φάσμα. Ήδη διαμορφώνεται μια ευρεία συναίνεση μεταξύ των οικονομολόγων όλων των τάσεων. Ελάχιστοι είναι αρνητές της κλιματικής αλλαγής. Οι περισσότεροι υποστηρίζουν ότι είναι ανθρωπογενής και άρα πρέπει να ληφθούν επειγόντως όλα τα απαραίτητα μέτρα για την αντιμετώπισή της.
Έκθεση διακυβερνητικής ΟΗΕ: Ποιότητα ζωής
Αυτό όμως δεν σημαίνει ότι οι ριζικές αλλαγές που απαιτούνται για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής είναι συμβατές με το ισχύον κοινωνικοοικονομικό σύστημα και μπορούν να γίνουν με τις σημερινές νεοφιλελεύθερες οικονομικές πολιτικές. Η σημαντικότερη συμβολή των οικολογικών μελετών και των οικολογικών κινημάτων είναι ότι αναδεικνύουν και προβάλλουν με ιδιαίτερη έμφαση την επείγουσα ανάγκη να αλλάξει εκ βάθρων ο τρόπος κοινωνικοοικονομικής οργάνωσης: το τι παράγουμε, πόσο, πώς και για ποιόν. Να στραφούμε από την εξατομικευμένη υλική κατανάλωση, στα δημόσια και συλλογικά αγαθά και υπηρεσίες, που βελτιώνουν την ποιότητα της ζωής μας. Από τα ορυκτά καύσιμα, στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, που θα μας απαλλάξουν από τα αέρια του θερμοκηπίου. Και, last but not least, αυτή η μετάβαση να γίνει με τρόπο κοινωνικά δίκαιο, με δραστική μείωση των οικονομικών και κοινωνικών ανισοτήτων. Κατά συνέπεια, για την αποτελεσματική καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής (τόσο για τον μετριασμό της, όσο και για την προσαρμογή στις αρνητικές συνέπειες που προκαλεί) χρειάζεται να γίνουν αλλαγές μεγάλου βάθους και εμβέλειας, που προφανώς δεν είναι συμβατές με τη λογική και τη φύση του υπαρκτού καπιταλισμού της ελεύθερης αγοράς.
Το οικολογικό αποτύπωμα
Η οικολογική αριστερά (ή, καλύτερα, η αριστερή οικολογία!) οφείλει να προβεί σε μια αριστερή ανάγνωση της έκθεσης ΤΟΡΑ. Προτάσσω την οικολογία, αφ’ ενός γιατί η κλιματική αλλαγή αποτελεί υπαρξιακή απειλή, τη μεγαλύτερη στην ιστορία της ανθρωπότητας και αφ’ ετέρου επειδή όλα τα υπαρκτά συστήματα πολιτικοοικονομικής οργάνωσης ευθύνονται για την οικολογική καταστροφή που άρχισε να εκτυλίσσεται σε αργή κίνηση την περίοδο της «Μεγάλης Επιτάχυνσης», μετά το 1950 (σήμερα έχουμε καπιταλισμό της ελεύθερης αγοράς, παλαιότερα είχαμε κρατικό παρεμβατισμό κεϊνσιανού τύπου, αλλά και κεντρικό σχεδιασμό σοβιετικού τύπου σε πολλές χώρες του κόσμου). Στη δυτική σκέψη -ανεξαρτήτως ιδεολογίας- η φύση ήταν ανέκαθεν αντίπαλος ή μάλλον ο εχθρός που ο άνθρωπος οφείλει πάση θυσία να καθυποτάξει και να θέσει υπό έλεγχο, για να ικανοποιήσει τις ανάγκες του. Ο πλανήτης αντιμετωπιζόταν πάντα σαν μια τεράστια και ανεξάντλητη πηγή πρώτων υλών και φυσικών πόρων, που πρέπει να χρησιμοποιηθούν για την ικανοποίηση των απεριόριστων – υποτίθεται- ανθρώπινων αναγκών.
Νεοφιλελευθερισμός και Περιβάλλον
Όσο το ενεργοβόρο μοντέλο μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης υλικών αγαθών, που στηρίζεται στα ορυκτά καύσιμα, ήταν περιορισμένο στις βιομηχανικές χώρες της Δύσης, το οικολογικό πρόβλημα δεν ήταν άμεσα και ιδιαίτερα αισθητό. Από τη στιγμή όμως που μέσω της σύγχρονης παγκοσμιοποίησης το μοντέλο αυτό διαδόθηκε και στις χώρες της Ασίας, όπου ζει ο μισός και πλέον πληθυσμός της Γης, η παρέμβαση του ανθρώπου στη φύση με τις οικονομικές του δραστηριότητες είναι πια τεραστίων διαστάσεων, χωρίς ιστορικό προηγούμενο. Και ανατρέπει ευθέως και άμεσα τις ευαίσθητες και μέχρι πρότινος ακατάλυτες ισορροπίες του οικοσυστήματος. Αλλά το πραγματικό πρόβλημα δεν είναι ο πληθυσμός. Ο Μάλθους πρότεινε έλεγχο του πληθυσμού των φτωχών τάξεων, επειδή ένοιωθε ότι απειλείται η κυριαρχία και ο τρόπος ζωής της άρχουσας τάξης (των ανερχόμενων αστών και των γαιοκτημόνων). Οι νεο-μαλθουσιανοί προτείνουν έλεγχο του πληθυσμού των φτωχότερων χωρών, επειδή νοιώθουν ότι απειλείται η κυριαρχία των προηγμένων χωρών και ο δυτικός τρόπος ζωής. Η θέση τους όμως αυτή είναι έκδηλα ταξική. Αντί για πόλεμο κατά της φτώχειας, προτείνουν πόλεμο κατά των φτωχών.
Γιώργος Δουράκης, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας, Τμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ