Φαντασμαγορική φύση
Η Sullivan υποστηρίζει ότι κατά μια έννοια η μαζική παραγωγή, η μαζική κυκλοφορία και η μαζική κατανάλωση εικόνων που αντιπροσωπεύουν και διαμεσολαβούν θέματα από τη φύση εκλαμβάνονται ως πιο πραγματικά και πιο άμεσα προσβάσιμα στην εμπειρία, από όσο τα ίδια τα εικονιζόμενα φυσικά στοιχεία. Στην καθημερινή πράξη, η παραγωγή και η κατανάλωση, καθώς και οι κοινωνικές και οι κοινωνικο-περιβαλλοντικές σχέσεις γίνονται όλο και περισσότερο διαμεσολαβημένες από παραστάσεις που ελάχιστα αντιπροσωπεύουν το αντικείμενο που υποτίθεται ότι περιγράφουν.
Φαντασιώσεις ισχύος
Η διαφήμιση το εκμεταλλεύεται αυτό με αξιοσημείωτα αποτελέσματα. Μια Porsche π.χ. μπορεί να απεικονιστεί ως ένδειξη ανδρικότητας, πλούτου και ερωτισμού, και ακριβώς αυτά τα ενδεικτικά στοιχεία την καθιστούν επιθυμητή. Συνήθως, τα υλικά στοιχεία που συναρμολογούν την Porsche μπαίνουν ελάχιστα στον λογαριασμό ή και καθόλου.
Ψηφιακή ειδωλολατρία
Με ανάλογο τρόπο πολλοί άνθρωποι γοητεύονται από τα εικονικά τοπία που προσφέρει ο ψηφιακός κόσμος των διαδικτυακών παιχνιδιών. Για παράδειγμα, από το 2003 ως το 2013 οι παίκτες του Second Life μπορούσαν να να διαμορφώσουν τον εικονικό χώρο χρησιμοποιώντας φανταστικές ψηφιακές αναπαραστάσεις τοπίων που ανταποκρίνονταν σε υπέροχες φαντασιώσεις πλούτου και όπου συμμετέχουν οι ίδιοι μαζί με άλλες διασημότητες/ψηφιακά είδωλα.
Ψηφιακή αναψυχή
Σε πρώτο επίπεδο, τα διαδικτυακά ταξίδια του χρήστη αποτελούν διασκέδαση μέσω ψηφιακών αναπαραστάσεων επιθυμητών μεν πλην άυλων τοπίων. Σε δεύτερο επίπεδο, ωστόσο, υποκινούν τις προσδοκίες ώστε ο υποψήφιος καταναλωτής αλλά και ο διαχειριστής του περιβάλλοντος να διαμορφώνει ή να διαχειρίζεται και τα τοπία του πραγματικού κόσμου με τέτοιο τρόπο ώστε να ανταποκρίνονται με εκείνα των διαδικτυακών φαντασιώσεων. Να προσθέτουμε π.χ. βουναλάκια και λιμνούλες στο απέραντο γκαζόν των γηπέδων του γκολφ. Η Sullivan σημειώνει ότι ο πλούτος και οι εξουσίες δομούν τις εικονικές διαμεσολαβήσεις με τέτοιο τρόπο, ώστε το περιεχόμενο τους να αντικατοπτρίζει τις δικές τους επιλογές και τις δικές τους αντιλήψεις (των ελίτ). Σε πολλές περιπτώσεις μάλιστα πιστεύουν ότι και οι καταναλωτές συμμερίζονται ακριβώς τις ίδιες αξίες. Τελικά όλοι μαζί, ελίτ και κοσμάκης περνούν τη ζωή τους μέσα σε ένα οικονομικό πλαίσιο που απαιτεί τη διαρκή παραπλάνηση των καταναλωτών ώστε να αγοράζουν όλο και περισσότερα εικονικά προϊόντα και έτσι να ευδοκιμεί η παραγωγή ψηφιακών αναπαραστάσεων για το πλατύ κοινό.
Εξωτικές εικόνες και περιβαλλοντικό marketing
Η αγορά έχει ανάγκη το θέαμα των εικονικών κόσμων ώστε να πουλήσει τις δικές της ηγεμονικές εκδοχές της βιοποικιλότητας, της φύσης και της σχέσεις των ανθρώπων με τον κόσμο της φύσης. Οι ταινίες άγριας φύσης και φυσικής ιστορίας, ενώ διατείνονται ότι προσφέρουν εκπαιδευτική, ψυχαγωγική και συναισθηματική αξία, τείνουν να δραματοποιούν τη φύση, οδηγώντας έτσι στους καταναλωτές να βιώσουν ένα ακόμα δράμα. Στην πράξη, αντί παιδαγωγικής ενημέρωσης εστιάζουν σε εξωπραγματικές, εντυπωσιακές, γραφικές, εξωτικές και εξιδανικευμένες απεικονίσεις της άγριας (;) φύσης, καθώς και σε ατυχήματα. Συχνά, ακόμη και ανθρώπινα σύνολα εμπορευματοποιούνται για χάρη επιχειρήσεων πολιτιστικού και οικολογικού τουρισμού. Τότε η ‘παράδοση‘ μετατρέπεται σε εμπόρευμα, και παρουσιάζεται με μορφές δομημένες ανάλογα με τις επιθυμίες των καταναλωτών.
Πράσινο πορνό
Η διατήρησης του περιβάλλοντος, η φύση και ο κόσμος της οργανώνονται συχνά με τρόπους προβληματικούς τόσο από οικολογική όσο και από ηθική άποψη. Εντός του αγοραίου περιβάλλοντος μεγεθύνεται η χρήση των ψηφιακών τεχνολογιών, η εμπλοκή διασημοτήτων, καθώς και η διαμόρφωση συμμαχιών με πλούσιους οργανισμούς και άτομα. Η διαδικασία απαιτεί συνεχή μετατροπή της εμπειρίας των μη ανθρώπινων αλλά και των ανθρώπινων κόσμων σε «σέξι», εμπορεύσιμα αγαθά. Συχνά, ωστόσο, γίνονται οδυνηρές οι σχιζοειδείς υπαρξιακές καταστάσεις που απορρέουν από τη μετατροπή της μεν φύσης σε ευπώλητο θέαμα, της δε άμεσης οικολογικής εμπειρίας σε χειραγωγημένη επιθυμία. Ακόμη, η εμπορευματοποίηση της φύσης επάγει και νέες, δικές της κοινωνικές διαιρέσεις στο χώρο της αναδυόμενης αγοράς του περιβαλλοντικού θεάματος : οι δημιουργοί του θεάματος, οι πωλητές του θεάματος, οι καταναλωτές του θεάματος.
Rocinha, μεγαλύτερη φαβέλα του Ρίο
Η μαζική παραγωγή περιβαλλοντικών εμπορικών προϊόντων και ο μαζικός τουρισμός μεγάλων αποστάσεων καθώς και η εκτόπιση τοπικών κοινοτήτων δεν συνάδουν με ηθικά προτάγματα υπέρ της ακεραιότητας, της σταθερότητας και της ομορφιάς της ζωής, εντέλει υπέρ μιας ‘ηθικής της γης‘ κατά τον Aldo Leopold ήδη από το 1949. Αντίθετα, το σύγχρονο περιβαλλοντικό θέαμα λειτουργεί υπέρ του σχετικά πλούσιου κόσμου, ο οποίος βαρύνεται και με το μεγαλύτερο κατά κεφαλήν παγκόσμιο οικολογικό αποτύπωμα. Μάλιστα, η αύξηση του παγκόσμιου πληθυσμού σε συνδυασμό με την ακραία ανισότητα πρόσβασης σε γη και πόρους έχει ως αποτέλεσμα η μεγάλη πλειοψηφία να νέμεται και να καταναλώνει ελάχιστο από τον κατά κεφαλήν πλούτο της γης, με τους φτωχοδιάβολους αυτού του κόσμου να συμπιέζονται σε υποβαθμισμένα αγροτικά τοπία, στις περιφερειακές ζώνες των μεγαλουπόλεων, ή σε εκτεταμένες αστικές παραγκουπόλεις. Και από πάνω να κατηγορούνται για πρόκληση περιβαλλοντικής υποβάθμισης.
Βιοποικιλότητα και φτώχια
Είναι συγκλονιστικό ότι σε πολλές συζητήσεις για την περιβαλλοντική διαχείριση είναι η φτώχεια και όχι ο πλούτος που τείνει να αναδειχθεί ως το βασικό πρόβλημα. Σχετικά πρόσφατες έρευνες πάντως δείχνουν ότι η δυσλειτουργική σχέση μεταξύ του πλούτου και της φτώχειας προκαλεί μεγάλη περιβαλλοντική ανησυχία, ενώ η απώλεια βιοποικιλότητας ενισχύεται από τα μέτρα ανισότητας που λαμβάνουν οι διάφορες χώρες. Τελικά, γίνεται όλο και πιο κατανοητό ότι ρεαλιστικές λύσεις υπέρ του περιβάλλοντος είναι εκείνες πάνε πολύ πέρα από τους μηχανισμούς μάρκετινγκ και τις τιμολόγησης των περιβαλλοντικών προϊόντων. Είναι ανάγκη, οι σχέσεις ανθρώπου- φύσης να βασιστούν ξανά στην ανθρώπινη, δίκαιη και βιώσιμη περιβαλλοντική διαχείριση.
ένα μικρό σχόλιο για το ενδιαφέρον άρθρο υπό μορφή θέσης.
Tο ζήτημα της μαζικής εικόνας και της κυριαρχίας της αποτελεί ήδη μια κατάσταση που έχει αναφορά στην γκυντεμπορική έννοια της υπεραξίας του θεάματος. Από την άλλη η περιβαντολογική θεματολογία και το αφήγημά της σε σχέση με την νέα βιοπολιτική αφορά στη σχέση ανάμεσα στο Φυσικό και το Ανθρώπινο. Το ανθρώπινο περιέχει και περιέχεται στο φυσικό. Η βιοτεχνολογική εξέλιξη στο μέτρο μιας “επιστημονικοτεχνολογικής επικυριαρχίας”(Αξελός) διευρύνει της δυνατότητες της θεαματικοποίησης τόσο στην πρότερη ψηφιακή όσο και στη μεταψηφιακή εποχή. Η προσομόίωση του υποτιθέμενου “αληθινού φυσικού κόσμου”,με όρους ελεύθερης επιλογής του χρήστη, τον τοποθετεί σε μια φαντασιακή συνθήκη, εκείνης του συν-δημιουργού. Η ανάπτυξη του εικονικού χώρου οδήγησε στο εικονο-βίωμα. Δηλαδή στην παραγωγή “κατασκευασμένων” βιωμάτων τα οποία υποκαθιστούν το ζωντανό βίωμα του υποκειμένου. Η ωραιοποιημένη εικόνα των σωμάτων όπως και των φυσικών τοπίων παράγει μια αισθητική η οποία εμπλέκεται με το πολιτικό. Πέραν του προφανούς του τρόπου που η αγορά διαμορφώνει την εικόνα του προιόντος είναι και η νέα βιοπολιτική που ασκείται πάντα σε σχέση με τα σώματα. Την όποια πόρσε, σε όποιο “φυσικο τοπίο” και αν απεικονίζεται απευθύνεται σε υποκείμενα εν σώματα. Οπότε η πολιτική του κέρδους μέσα από την επιβολή της μαζικής εικόνας συνδιαμορφώνει μια φαντασιακή εικόνα του σώματος του υποκειμένου(λακανικό εικονοφαντασιακό) καθώς και ένα κοινωνικό φαντασιακό(φαντασία και Καστοριαδής). Κατά συνέπεια μια αισθητική θέση ενός υποκειμένου που ολοένα χειραγωγείται μέσα στο πληροφορικό σύμπαν. Η τέχνη ενέχοντας το πολιτικό ως δομικό στοιχείο της καλείται να συνδιαλλαγεί με την νέα πραγματικότητα και το οικολογικό ζήτημα. Ήδη ο βιο-τρόμος ως συνθήκη της πανδημίας “εξασφάλισε” στις συστημικές εξουσίες την δυνατότητα, στο όνομα της προστασίας του πληθυσμού, το πείραμα του αποκλεισμού κατ’εξαίρεση(Αγκάμπεν). Μια εξαίρεση που “πατάει’ πάνω στο πραγματικό του θανάτου και βάλει το ζωντανό σώμα στο ζωντανό χώρο. Οι νέες κανονικοποιήσεις των κοινωνικών σχέσεων θα επιφέρουν μια επιθυμία για κατανάλωση με όρους αγοράς της ιδιας της ζωής. Οπότε το οικολογικό ζήτημα στο βαθμό που ενσωματώνεται σε μια λογική της κυριαρχίας ενός μοδάτου Φυσικούπαύει να είναι επικίνδυνο για οποιοδήποτε κυρίαρχο σύστημα εξουσιών. ήδη ο μετακαπιταλισμός το επεξεργάζεται ως είδος προιόντος. Η τέχνη λοιπόν είναι ικανή να συλλάβει την νέα πραγματικότητα με άλλους τρόπους και να αναδείξει πλευρές του ζητήματος με μοναδικό τρόπο. Αυτό συμβαίνει μέσα από την πραγμάτωση του έργου τέχνης το οποίο αποτελεί μια αισθητική και πολιτική ταυτόχρονα χειρωνομία. Ο οικολογικός ριζοσπαστισμός στον 21ο αιώνα, υιοθέτησε καλλιτεχνικές πρακτικές(ακτιβιστικές ζωντανές δράσειςσε μορφή χάπενινγκ, περφορμανς με εματολογία την περιβαντολλογική καταστροφή, βιο-τέχνη κ.α.) και η τέχνη ενέταξε στο δυναμικό της το οικολογικό ζήτημα ως μια πολιτική της κριτικής της στον καπιταλιστικό ρεαλισμό και όχι μόνο. Δεν μπορεί να υπάρξει το ιδεώδες μιας επιστροφής στο Φυσικό διότι πάντα στο τέλος θα αφορά στο ανθρώπινο. Το πως χρησιμοποιείται η βιοτεχνολογίακα και ο κυβερνοχώρος και η μετεξέλιξη στη μεταψηφιακή εικόνα είναι ζήτημα πολιτικό. Και το πολιτικό συνυπάρχει με το αισθητικό. Η τέχνη αφορά στην καταστατική συνθήκη της ανθρώπινης κατάστασης. Και όχι μια εξαίρεσή της.
Γιάννης Μήτρου
Η περιβαλλοντική διαχείριση ήταν πάντοτε, από τις απαρχές της ύπαρξης του ανθρώπινου είδους, εφαρμογή των όποιων θεωρήσεων της φύσης. Είτε αυτές οι θεωρήσεις διαμορφώνονταν από την θρησκεία είτε από την τέχνη είτε από την φιλοσοφία, την επιστήμη την ιδεολογία κλπ.
Για να υπάρξει δίκαιη διαχείρηση, πρέπει να έχω ήδη μια άποψη για το τι είναι δίκαιο και παράλληλα να μπορώ να διαχειριστώ τις έννοιες του ωφέλιμου. του ωραίου, του τι είναι πλούτος κλπ.
Ασφαλώς στο κυρίαρχο φαντασιακό της κοινωνίας χρειάζεται να κάνει κανείς κριτική και να προκρίνει την σημασία της οικολογίας και της βιωσιμότητας των φυσικών αγαθών, αλλά αυτό δεν μπορεί να γίνει χωρίς να ειπωθεί για το τι είναι αγαθό. Συνεπώς τα θεάματα που περιγράφονται στο άρθρο, προκύπτουν και δίνουν το περιεχόμενο του νοήματος της σχέσης ανθρώπου – φύσης από την κυρίαρχη ιδεολογία και δεν είναι μια απλή παρασιτική διαμεσολαβημένη πρακτική του συστήματος που άμα την παρακάμψουμε θα έχουμε λύσει το πρόβλημα της οικολογίας.
Πρόκειται για θεάματα, δηλαδή για παραστάσεις και αναπαραστάσεις που προκύπτουν από το αισθητικό και την τέχνη και σ’ αυτό στο πεδίο πρέπει να αντιμετωπιστούν και όχι σε μια πουριτανική δαιμονοποίησή τους που οδηγεί σε έναν μεταφυσικό ασκητισμό.