To τεράστιο οικολογικό πρόβλημα που αντιμετωπίζει σήμερα η ανθρωπότητα δεν υπήρχε την εποχή που ο Άνταμ Σμιθ, ο Μαρξ, ο Κέινς, ο Φρίντμαν κι ο Χάγεκ διατύπωναν τις θεωρίες τους. Οι πολιτικοοικονομικές αυτές θεωρίες αντιστοιχούν πρωτίστως στα δεδομένα της βιομηχανικής επανάστασης του 19ου και 20ου αιώνα, η οποία πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά στις μεγάλες δυτικές χώρες. Στη δυτική σκέψη (ανεξαρτήτως ιδεολογίας) η φύση ήταν ανέκαθεν ο αντίπαλος ή καλύτερα ο εχθρός που ο άνθρωπος οφείλει πάση θυσία να υποτάξει και να θέσει υπό έλεγχο, για να εξυπηρετήσει τις ανάγκες του. Ο πλανήτης αντιμετωπιζόταν πάντα σαν μια τεράστια και ανεξάντλητη πηγή πρώτων υλών και φυσικών πόρων, που πρέπει να αξιοποιηθούν για τις ανάγκες της παραγωγής και της κατανάλωσης, για την ικανοποίηση των απεριόριστων –υποτίθεται- ανθρώπινων αναγκών.
Η διαλεκτική της φύσης
Ο άνθρωπος όμως αποτελεί οργανικό και αναπόσπαστο συστατικό του φυσικού περιβάλλοντος, όπως και τα υπόλοιπα είδη του ζωικού βασιλείου. Αλλά όπως τονίζει χαρακτηριστικά και ο Φρίντριχ Ένγκελς στο βιβλίο του Η Διαλεκτική της Φύσης, «το ζώο απλώς χρησιμοποιεί την εξωτερική φύση και τη μεταβάλλει μόνο με την παρουσία του. Με τις αλλαγές που της δημιουργεί ο άνθρωπος, την κάνει να υπηρετήσει τους σκοπούς του, την εξουσιάζει» [Ένγκελς, 1883, σσ. 158-9]. Αλλά η φύση αντιδρά και εκδικείται, λέει ο Ένγκελς. Κακώς ο άνθρωπος βιάστηκε να αυτοανακηρυχτεί νικητής στον πόλεμο εναντίον της. Δεν κατάλαβε ότι σε βάθος χρόνου η φύση είναι ανίκητη:
Η φύση εκδικείται
«Ας μην κολακευόμαστε ωστόσο πάρα πολύ για τις ανθρώπινες νίκες μας πάνω στη φύση. Η φύση μάς εκδικείται για καθεμιά τους. Κάθε νίκη έχει, βέβαια, κατά κύριο λόγο τις συνέπειες στις οποίες αποβλέπαμε, αλλά στη συνέχεια έχει εντελώς διαφορετικά, απρόοπτα αποτελέσματα, που πολύ συχνά εκμηδενίζουν τις πρώτες τους συνέπειες […] Τα γεγονότα μάς θυμίζουν σε κάθε βήμα, πως δεν κυριαρχούμε καθόλου πάνω στη φύση όπως ένας κατακτητής πάνω σ’ έναν ξένο λαό, όπως κάποιος που θα στεκόταν έξω από τη φύση, αλλά πως ανήκουμε στη φύση με τη σάρκα, το αίμα και το μυαλό μας, πως είμαστε μέσα της και πως όλη μας η εξουσία βρίσκεται στο πλεονέκτημα που έχουμε σχετικά μ’ όλα τ’ άλλα όντα, να γνωρίζουμε τους νόμους της και να μπορούμε να τους εφαρμόζουμε ορθά» [Ένγκελς, 1883, σ. 159].
Μεταβολικό χάσμα
Ωστόσο στον καπιταλισμό αυτή η διαρκής προσπάθεια για την υποταγή της φύσης δεν αποβλέπει στην κάλυψη των ουσιαστικών ανθρώπινων αναγκών και στην αναπαραγωγή του εργαζόμενου πληθυσμού εν αρμονία με το ευρύτερο φυσικό περιβάλλον. Από την αρχή ακόμη της βιομηχανικής επανάστασης το καπιταλιστικό σύστημα μετέτρεψε την επιστήμη (και την τεχνολογία) σε άμεσα παραγωγική δύναμη και σε εργαλείο εξυπηρέτησης των αναγκών της κεφαλαιακής συσσώρευσης και του κέρδους, αντί για την ικανοποίηση των ουσιαστικών ανθρώπινων αναγκών. Αυτό άρχισε να δημιουργεί σοβαρά οικολογικά προβλήματα, τα οποία όμως την εποχή που ζούσε και έγραφε ο Ένγκελς δεν ήταν ακόμη συστημικά και παγκόσμια, αλλά τοπικής εμβέλειας [Ένγκελς, 1845]. Η μόνη λύση γι’ αυτόν ήταν να αλλάξει ο τρόπος παραγωγής, διανομής και κατανάλωσης, ώστε να υπάρξει κοινωνικός έλεγχος της παραγωγικής διαδικασίας που θα βάλει φρένο στην ξέφρενη κεφαλαιακή συσσώρευση και θα επαναφέρει την επιστήμη και την τεχνολογία στο δρόμο της εξυπηρέτησης των ουσιαστικών ανθρώπινων αναγκών και της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος.
Βιομηχανική επανάσταση
Η εικόνα όμως αυτή είναι εντελώς διαφορετική από αυτή που συναντάμε στο Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος [Marx & Engels, 1848]. Εδώ οι θεωρητικοί του επιστημονικού σοσιαλισμού, που εξετάζουν τη μακροχρόνια εξέλιξη των κοινωνικοοικονομικών συστημάτων υπό το πρίσμα του ιστορικού υλισμού, πλέκουν το εγκώμιο του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής, επειδή ανέπτυξε τις παραγωγικές δυνάμεις όσο κανένα προηγούμενο οικονομικό σύστημα. Ωστόσο θεωρούν ότι οι καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής είναι πλέον ξεπερασμένες, γιατί φρενάρουν την περαιτέρω ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Πρέπει να δώσουν τη θέση τους σ’ έναν νέο, υπέρτερο τρόπο παραγωγής, τον σοσιαλιστικό, που θα πάρει τη σκυτάλη για να αναπτύξει ακόμη περισσότερο τις παραγωγικές δυνάμεις. Άρα στο κομμουνιστικό μανιφέστο η οικονομική και κοινωνική πρόοδος ταυτίζεται με την απεριόριστη και όσο το δυνατόν ταχύτερη ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων, που ισοδυναμεί με μια οικονομική ανάπτυξη εις το διηνεκές, ad infinitum. Προφανώς μια τέτοια ανάπτυξη είναι οικολογικά προβληματική, αν όχι ευθέως αντιοικολογική.
Πόλεμος ενάντια στη φύση
Παρά ταύτα η άποψη που διατυπώνει ο Ένγκελς στη Διαλεκτική της Φύσης, δηλ. ότι δεν μπορούμε να κυριαρχήσουμε πάνω στη φύση και να την καθυποτάξουμε, ότι η φύση είναι ανίκητη και εκδικείται, είναι εξαιρετικά σημαντική και δικαίως τον καθιστά πρόδρομο των σημερινών οικολογικών αναλύσεων και προφήτη της κλιματικής αλλαγής [Foster, 2020]. Την εποχή του Ένγκελς, οι «πόλεμοι» εναντίον της φύσης ήταν τοπικής εμβέλειας, όπως και οι οικολογικές καταστροφές. Το ίδιο τοπική ήταν και η εκδίκηση της φύσης. Σήμερα, όμως, αν θεωρήσουμε ότι η φύση είναι ανίκητη, η νομοτελειακή ήττα που θα υποστούμε στον αέναο πόλεμο που διεξάγουμε εναντίον της μπορεί να είναι συντριπτική, δεδομένου ότι το διακύβευμα είναι πλέον η βιολογική επιβίωση του ανθρώπινου είδους.
Κλιματική αλλαγή
Πράγματι η απειλή που αντιμετωπίζει σήμερα η ανθρωπότητα είναι η κλιματική αλλαγή, με κύριο χαρακτηριστικό την υπέρμετρη αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη που προκύπτει από την καύση των υδρογονανθράκων και των άλλων ορυκτών καυσίμων. Τα «αέρια του θερμοκηπίου» που εκλύονται από την καύση αυτή (κυρίως διοξείδιο του άνθρακα – CO2, αλλά και μεθάνιο – CH4 και υποξείδιο του αζώτου – N2O, που είναι πιο βραχύβια, αλλά και πολύ πιο δραστικά και βλαβερά) εγκλωβίζονται στην ατμόσφαιρα της Γης και αυξάνουν υπέρμετρα τη θερμοκρασία. Με τη σειρά της η άνοδος της θερμοκρασίας προκαλεί το λιώσιμο των αιώνιων παγοστρωμάτων της Αρκτικής και της Ανταρκτικής, με αποτέλεσμα να ανέρχεται επικίνδυνα η στάθμη των θαλασσών και να δημιουργούνται ολοένα και πιο συχνά ακραία καιρικά φαινόμενα, που προκαλούν τεράστιες φυσικές και οικονομικές καταστροφές.
Διάβρωση εδαφών
Τα πορίσματα των τελευταίων επιστημονικών ερευνών δεν είναι απλώς ανησυχητικά. Είναι τρομακτικά. Φαίνεται να δικαιώνουν όσους εδώ και πολύν καιρό υποστηρίζουν ότι η ανθρωπότητα ακολουθεί μιαν ανεξέλεγκτη πορεία αυτοκαταστροφής. Σύμφωνα με τις μελέτες αυτές [Angus, 2020], τα 5 θερμότερα χρόνια στην ιστορία ήταν αυτά της περιόδου 2015-2019. Τα παγοστρώματα του Βορείου και του Νοτίου Πόλου λιώνουν με πρωτοφανή ρυθμό (μείον 13 % κάθε καλοκαίρι). Η καταστροφή των δασών έχει προσλάβει δραματικές διαστάσεις. Μεταξύ 2014 και 2018, κάθε χρόνο καταστρέφονται δασικές εκτάσεις ίσες με τη γεωγραφική έκταση της Μ. Βρετανίας. Η διάβρωση και συρρίκνωση των γόνιμων εδαφών προχωρά με ρυθμό 10 έως 100 φορές ταχύτερο από τη δημιουργία νέων γόνιμων εδαφών. Η βιοποικιλότητα μειώνεται κι αυτή δραματικά. Γενικά, όλα ανεξαιρέτως τα υποσυστήματα της βιόσφαιρας υποβαθμίζονται και καταστρέφονται με ταχύτατους ρυθμούς, που δεν έχουν ιστορικό προηγούμενο.
Κλιματική αλλαγή και επιπτώσεις
Αλλά το πιο ανησυχητικό απ’ όλα είναι οι συστημικές επιπτώσεις των δραματικών αυτών εξελίξεων. Μέσα από τις αλληλεξαρτήσεις τους και τις αλληλεπιδράσεις τους, τα υποσυστήματα αυτά είναι δυνατόν να προκαλέσουν καταιγιστικές και απροσδιόριστες μεταβολές στη συνολική λειτουργία του Συστήματος-Γη:
«…η Ανθρωπόκαινος (η Εποχή του Ανθρώπου) εμπεριέχει κάτι περισσότερο από μια απλή συσσώρευση περιβαλλοντικών προβλημάτων. Είναι μια κρίση του Συστήματος-Γη, μια ριζική διαταραχή των παγκόσμιων βιολογικών, χημικών και φυσικών διαδικασιών που βρίσκονται σε διαρκή αλληλεπίδραση. Μια μεταβολή σ’ οποιοδήποτε σημείο μιας τέτοιας διαδικασίας μπορεί να επηρεάσει και τις υπόλοιπες. Μερικές από τις σημαντικότερες επιστημονικές έρευνες που γίνονται σήμερα εστιάζουν το ενδιαφέρον τους στο ενδεχόμενο οι διαδικασίες που επηρεάζονται από το κλίμα να αποσταθεροποιούν η μία την άλλη, οδηγώντας σε μια καταιγιστική αλληλουχία αλληλεπιδράσεων που θα μπορούσε να αποδιοργανώσει πλήρως ολόκληρο το σύστημα» [Angus, 2020].
Γιώργος Δουράκης, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολιτικής Οικονομίας. Τμήμα Πολιτικών Επιστημών ΑΠΘ
Το κείμενο είναι απόσπασμα από το:
Δουράκης, Γ. (2021). «Πολιτική Οικονομία της Οικο-βιωσιμότητας». Συμμετοχή στον συλλογικό τόμο προς τιμήν του ομότιμου καθηγητή Γιώργου Χατζηκωνσταντίνου (υπό έκδοση).