Μετάφραση από τα Αγγλικά () Άννα Χρυσοπούλου. Υποστηρικτικό κείμενο της κοινής εκδήλωσης ΙΝ Πουλαντζάς & ecopol για την ‘Πρασινη Μετάβαση’ 8/6/2021
Το νομοσχέδιο της Πράσινης Νέας Συμφωνίας είναι ένα τολμηρό 10ετές σχέδιο κινητοποίησης με σκοπό να γίνουν οι ΗΠΑ μια οικονομία μηδενικών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα. Τέτοιου είδους τολμηρές και φιλόδοξες παρεμβάσεις είναι απαραίτητες, όχι μόνο για τις ΗΠΑ αλλά και για άλλες χώρες, αν θέλουμε να διαταράξουμε τον σημερινό εφησυχασμό που δείχνουμε απέναντι στην κλιματική κατάρρευση. Ακαδημαϊκοί όπως ο οικονομολόγος Robert Pollin, οι οποίοι κράτησαν ζωντανή την ιδέα μιας Πράσινης Νέας Συμφωνίας τα προηγούμενα χρόνια και την έθεσαν στη διάθεση της επιστήμης να τη στηρίξει, αξίζουν συγχαρητήρια για τις προσπάθειες τους.
Ο Pollin είχε προτείνει εδώ και χρόνια μια απλουστευμένη εκδοχή της Πράσινης Νέας Συμφωνίας- μια ετήσια επένδυση 1,5 έως 2 τοις εκατό του παγκόσμιου ΑΕΠ με σκοπό την αύξηση της ενεργειακής απόδοσης και την επέκταση της καθαρής ανανεώσιμης ενέργειας. Τώρα είναι η στιγμή που ο ίδιος μπορεί να γιορτάσει ότι ο στόχος του επιτεύχθηκε και ότι συνέβαλε στον καθορισμό των λεπτομερειών αυτού του σχεδίου. Αντ’ αυτού όμως, ο ίδιος επιλέγει να επικεντρωθεί στις διαφορές της πρότασης του με μια «ατζέντα αποανάπτυξης», την οποία βρίσκει «απολύτως μη υλοποιήσιμη» – ένα χάσιμο χρόνου της Αριστεράς, στην καλύτερη των περιπτώσεων, και επικίνδυνα αντικοινωνική στη χειρότερη. Αν και δεν είναι τώρα η κατάλληλη στιγμή να λεπτολογήσουμε, η επιμονή του Pollin όμως στην αποανάπτυξη, αν και ακούσια, είναι άκρως παραγωγική. Μας επιτρέπει να δούμε ένα ευαίσθητο σημείο στη ρητορική της Πράσινης Νέας Συμφωνίας, και αυτό είναι ότι κινδυνεύει να αναπαραγάγει- εκτός κι αν εκφραστεί πολύ προσεκτικά- την κυρίαρχη ιδεολογία της καπιταλιστικής ανάπτυξης, η οποία και δημιούργησε αρχικά το πρόβλημα της κλιματικής αλλαγής.
Αρχικά ο Pollin δεν εξηγεί γιατί η ανάπτυξη αποτελεί απαραίτητο συστατικό της πρότασης του. Δεν είναι ξεκάθαρο γιατί υποστηρίζει ότι η Πράσινη Νέα Συμφωνία είναι χρήσιμη για την ανάπτυξη, αντί απλώς να υπερασπιστεί την ιδέα να μειωθεί η χρήση του άνθρακα, την ώρα που πληρούνται οι ανάγκες μας και ευνοείται η ευημερία. Η μόνη αιτία που αναφέρει για την προτίμηση του στην ανάπτυξη είναι ότι «τα υψηλότερα επίπεδα ΑΕΠ θα σημάνουν αντίστοιχα και μια αύξηση των επενδύσεων που θα διοχετευθεί σε έργα καθαρής ενέργειας». Αν ο Pollin όμως εννοεί σοβαρά ότι μοιράζεται «τις ίδιες αξίες και προβληματισμούς με τους υπέρμαχους της αποανάπτυξης», τότε θα μπορούσε απλώς να προχωρήσει σε κάποιες ελάχιστες αλλαγές του μοντέλου του και να παρουσιάσει μια σταθερή ποσότητα επενδύσεων (ανεξάρτητη από το ΑΕΠ), ικανή να οδηγήσει στο ίδιο επίπεδο απαλλαγής των εκπομπών άνθρακα. Τα υψηλότερα επίπεδα ΑΕΠ θα οδηγήσουν όχι μόνο σε υψηλότερα επίπεδα καθαρών επενδύσεων, αλλά και σε υψηλότερα επίπεδα βρώμικων επενδύσεων- και η πλειοψηφία των επενδύσεων είναι βρώμικες. Ένα τοις εκατό ανάπτυξη σε όρους ΑΕΠ οδηγεί σε 0,5 ως 0,8 τοις εκατό αύξηση των εκπομπών άνθρακα, και αυτή η σχέση είναι όσο στατιστικά σημαντική γίνεται (η επένδυση σε καθαρή ενέργεια δεν έχει στατιστικά σημαντικά αποτελέσματα στις εκπομπές άνθρακα μέχρι στιγμής, το οποίο βέβαια μπορεί και πρέπει να αλλάξει στο μέλλον). Αν συνεχίσουμε να αναπτυσσόμαστε κατά 3 τοις εκατό τον χρόνο, μέχρι το 2043, η παγκόσμια οικονομία θα είναι δύο φορές μεγαλύτερη από τώρα. Θα είναι δύσκολο να φανταστούμε τη δημιουργία υποδομών ανανεώσιμης ενέργειας στη σημερινή οικονομία σε σύντομο χρονικό διάστημα, πόσο μάλλον σε μια οικονομία δύο φορές μεγαλύτερη. Όσο μικρότερη οικονομική παραγωγή έχουμε, τόσο ευκολότερη θα είναι και η μετάβαση.
Ο Pollin ίσως σωστά επέλεξε να δώσει έμφαση στην ανάπτυξη γιατί οι νέες συμφωνίες σχετίζονται με την ανάπτυξη. Μια Πράσινη Νέα Συμφωνία όμως δεν χρειάζεται να ακολουθεί τη ρητορική της προηγούμενης. Ο Pollin δεν προτείνει ούτε να χρηματοδοτηθεί το πρόγραμμα επενδύσεων του από ελλείματα, ούτε να αποτελεί ένα πρόσκαιρο κίνητρο, που θα αποπληρωθεί μέσω της ανάπτυξης. Μια επένδυση της τάξεως του 2 τοις εκατό του ΑΕΠ άλλωστε δεν χρειάζεται χρηματοδότηση από ελλείματα- αν υποθέσουμε ότι υπάρχει πολιτική βούληση, θα μπορούσε κάλλιστα να χρηματοδοτηθεί από την αντικατάσταση των βρώμικων ή κοινωνικά ανώφελων επενδύσεων (και υπάρχουν πολλές, ξεκινώντας από τους πολεμικούς εξοπλισμούς). Εάν δεν υπάρχει επιπλέον δαπάνη και χρέος, δεν υπάρχει επομένως και ανάγκη να προωθήσουμε την ανάπτυξη για να τα αποπληρώσουμε.
Σε μερικά σημεία στο άρθρο του για το περιοδικό New Left Review, ο Pollin φαίνεται να προτείνει ότι η ανάπτυξη είναι αποτέλεσμα της πρότασης του, όχι στόχος ή προ-απαιτούμενο. Υποστηρίζει ότι για «λογιστικούς σκοπούς», η ανάπτυξη των επενδύσεων σε ανανεώσιμη ενέργεια «θα συμβάλλει στην αύξηση του ΑΕΠ». Ακόμα όμως και με λογιστικούς όρους, χωρίς δαπάνες χρηματοδοτούμενες από ελλείματα, δεν υπάρχει λόγος ένα καθαρό επενδυτικό πρόγραμμα να φέρει ανάπτυξη, αφού το 2 τοις εκατό που θα επενδυθεί στις ανανεώσιμες πηγές, θα διατίθετο σε κάποια άλλη επένδυση.
Επιπλέον, η οικονομία δεν είναι ένας λογιστικός κανόνας. Θα μπορούσαμε για παράδειγμα να ξοδεύουμε πολλά χρήματα στο να ανοίγουμε και να κλείνουμε τρύπες, που επίσης θα εξυπηρετούσε ως προσωρινό κίνητρο σε μια περίοδο περιορισμένης ρευστότητας και χαμηλής ζήτησης, χωρίς προφανώς να είναι μια συνταγή βιώσιμης ανάπτυξης. Ο Pollin αναφέρει στο κείμενο του ότι «η δημιουργία μια πράσινης οικονομίας συνεπάγεται περισσότερες δραστηριότητες εντάσεως εργασίας» και ότι ο ιδιωτικός τομέας δεν επενδύει σε ανανεώσιμες πηγές επειδή έχουν χαμηλότερα περιθώρια κέρδους. Η αλλαγή χρηματοδοτικών πόρων από υψηλής παραγωγικότητας και υψηλού κέρδους κλάδους σε αντίστοιχους χαμηλής παραγωγικότητας δεν αποτελεί συνταγή για ανάπτυξη. Η ενεργειακή αποδοτικότητα των ανανεώσιμων πηγών είναι επίσης χαμηλότερη από αυτή των ορυκτών καυσίμων. Μια οικονομία χαμηλής παραγωγικότητας, χαμηλών κερδών και χαμηλής επιστροφής ενέργειας είναι δύσκολο να μετατραπεί σε μια μεγαλύτερη αναπτυσσόμενη οικονομία. Και αυτό είναι απολύτως δεκτό, αφού η προτεραιότητα μας τώρα πρέπει να είναι η απεξάρτηση της οικονομίας από τις πηγές άνθρακα και όχι η ανάπτυξη της. Όμως ο Pollin συνδέει χωρίς λόγο αυτά τα δύο.
Ίσως βέβαια ο Pollin έχει δίκιο κι εγώ άδικο. Ίσως ένα πρόγραμμα μαζικής καθαρής ενέργειας να έχει ως αποτέλεσμα την προώθηση της ανάπτυξης. Όμως, δε θα ήταν λάθος να πουλήσεις ένα πρόγραμμα για τη σταθεροποίηση του κλίματος με την υπόσχεση της ανάπτυξης; Τι γίνεται αν δεν επέλθει ανάπτυξη; Εγκαταλείπουμε την απεξάρτηση από τον άνθρακα; Και επειδή η κλιματική αλλαγή δεν είναι το μοναδικό πρόβλημα της ανάπτυξης, υπάρχουν αρκετοί λόγοι γιατί δεν έχουμε το περιθώριο για επιπλέον ανάπτυξη ακόμα και αν προέρχεται από τον ήλιο.
Οι οικονομολόγοι συνήθως χρησιμοποιούν την ανάπτυξη ως δικαιολογία για τη φτώχεια και τη σταθερότητα. Ο Pollin καινοτομεί χρησιμοποιώντας την στο όνομα της κλιματικής αλλαγής. Και αυτό προέρχεται από κάποιον που παρόλα αυτά αναγνωρίζει την ανορθολογικότητα της διαρκούς ανάπτυξης.
Η σύνθετη ανάπτυξη είναι αυτό που αποκαλεί ο Μαρξιστής ακαδημαϊκός David Harvey «κίβδηλη απειρότητα». Για τον Harvey, η απαίτηση του καπιταλισμού για σύνθετη ανάπτυξη είναι η πιο θανατηφόρα από τις αντιθέσεις του. Ο Harvey τονίζει την ανορθολογικότητα να περιμένει κανείς η ζήτηση, οι επενδύσεις και τα κέρδη να διπλασιάζονται κάθε 24 ώρες (που αντιστοιχεί σε ετήσιο ποσοστό ανάπτυξης 3 τοις εκατό ), να τετραπλασιάζεται κάθε 48 ώρες, να οχταπλασιάζεται κάθε 72 ώρες, ad infinitum και ad absurdum.
Ας συλλογιστούμε το εξής: το 65 τοις εκατό των ανθρωπογενών εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα προέρχεται από τα ορυκτά καύσιμα. Το υπόλοιπο 35 τοις εκατό προέρχεται από πήγες όπως η αλλαγή της χρήσης της γης, η υποβάθμιση του εδάφους, οι χωματερές, η βιομηχανική παραγωγή κρέατος, η παραγωγή τσιμέντου και πλαστικού. Ακόμα και αν το ενεργειακό μίγμα μπορούσε να γίνει 100 τοις εκατό καθαρό και να συνεχίσουμε να διπλασιάζουμε την οικονομία κάθε 24 ώρες, θα επανερχόμασταν στις υπάρχουσες εκπομπές πολύ σύντομα. Τόσο ανορθολογική λοιπόν είναι η επιδίωξη μιας σύνθετης ανάπτυξης.
Η κλιματική κατάρρευση απειλεί να οδηγήσει τώρα αυτόν τον παραλογισμό σε ένα τέλος. Δεν είναι βέβαια μόνο το κλίμα- η απώλεια βιοποικιλότητα μέσω του μαζικού αφανισμού, η αλλαγή της χρήσης της γης και η εκμετάλλευση των πόρων, όλα συνδέονται άμεσα με την οικονομική ανάπτυξη. Παρά τους ισχυρισμούς του για το αντίθετο, δεν υπάρχει ελπίδα για αυτό που αποκαλεί ο Pollin «απόλυτη αποσύνδεση» ή για μείωση αυτών των επιπτώσεων όσο η οικονομία αναπτύσσεται.
Είναι ανυπόστατο να σκεφτεί κανείς ότι υπάρχει ένας τύπος νεοφιλελεύθερης ανάπτυξης που είναι κακός και ένας άλλος τύπος ανάπτυξης ανοιχτός σε όλους, προοδευτικός, καθαρός κτλ. Η ανάπτυξη είναι μια ενσωματωμένη διαδικασία, και ό,τι και αν ισχυρίζονται οι ιδεολόγοι της ανάπτυξης, δεν υπάρχει καμία απόδειξη ότι μπορούμε να αναπτύξουμε την οικονομία, αναπτύσσοντας επιλεκτικά τα «καλά» και μειώνοντας τα «κακά». Πολεμικοί εξοπλισμοί, διαφημίσεις, ορυκτά καύσιμα, προγραμματισμένη απαρχαίωση και απόβλητα όλων των ειδών είναι ενσωματωμένα στην καπιταλιστική ανάπτυξη. Η ανάπτυξη, από τις απαρχές της στην αποικιοκρατική Βρετανία, τροφοδοτείται από την ανισομερή ανταλλαγή εργασίας και πόρων μεταξύ των ιμπεριαλιστικών κέντρων και των εσωτερικών και εξωτερικών περιφερειών. Η ανάπτυξη απαιτεί την επένδυση του πλεονάσματος για τη δημιουργία μεγαλύτερου πλεονάσματος. Και αυτό το πλεόνασμα δημιουργείται από την εκμετάλλευση των μισθωτών και την κατάχρηση της άμισθης εργασίας των γυναικών, των εργαζομένων μεταναστών και της φύσης. Η μετατόπιση του κόστους τοπικά και χρονικά είναι επίσης καίριας σημασίας. Η πρόσβαση σε χαμηλού κόστους εργασία και πόρους είναι θεμελιώδης για την οικονομική ανάπτυξη, αφού αν οι εισροές γίνουν πιο ακριβές, η οικονομία επιβραδύνεται.
Ο Pollin ισχυρίζεται ότι η ανάπτυξη παρεμποδίζεται επειδή ο νεοφιλελευθερισμός δίνει προτεραιότητα στα συμφέροντα των οικονομικά ισχυρών. Οι σκληρές περικοπές σε πολιτικές δομικής προσαρμογής και η νεοφιλελεύθερη λιτότητα εντούτοις πάντα γίνονταν στο όνομα της ανάπτυξης. Η υπόσχεση για ανάπτυξη αγόρασε την κοινωνική ειρήνη που το νεοφιλελεύθερο σχέδιο χρειαζόταν. Ακόμα και αν το τελικό αποτέλεσμα ήταν η συγκέντρωση του πλούτου μέσω αδύναμων ρυθμών ανάπτυξης, αυτό μας λέει κάτι χρήσιμο για τους κινδύνους της «πολιτικής της ανάπτυξης».
Ο Pollin υποστηρίζει ότι δεν έχουμε το περιθώριο να ονειρευτούμε ότι ένας διαφορετικός κόσμος είναι δυνατός, όχι τώρα τουλάχιστον, επειδή η κλιματική αλλαγή είναι επείγουσα και «δεν έχουμε την πολυτέλεια να σπαταλήσουμε χρόνο σε τεράστιες παγκόσμιες προσπάθειες μαχόμενοι για άπιαστους στόχους». Καλούμαστε να δεχτούμε τον καπιταλισμό ως το μοναδικό πιθανό σενάριο και η αμφισβήτηση του, όπως και η ολέθρια επιδίωξη του, είναι μια πολυτελής σπατάλη χρόνου. Αν όχι τώρα, πότε, θα αναρωτιόταν κάποιος;
Ο Erik Swyngedouw έχει προειδοποιήσει σχετικά με τη ροπή αποπολιτικοποίησης του αναγωγισμού του άνθρακα-της απλούστευσης δηλαδή όλων των πολιτικών με βάση το αποτέλεσμα που έχουν στις εκπομπές άνθρακα, ειδικά όταν συνοδεύονται με ισχυρισμούς περί επιτακτικής ανάγκης. Ομολογουμένως, η κλιματική αλλαγή είναι ένα τεράστιο πρόβλημα. Δεν είναι ωστόσο το μοναδικό, στον βωμό του οποίου πρέπει να διακόπτουμε προσωρινά άλλες επιδιώξεις μας. Η κλιματική αλλαγή δεν είναι ένα πρόβλημα που υφίσταται από μόνο του, έχοντας μια τεχνική λύση- είναι ενδεικτικό ενός γενικού συστήματος που το δημιουργεί. Η προσπάθεια του Pollin να απλουστεύσει την κλιματική αλλαγή με τη χρήση επενδυτικών λύσεων είναι ελκυστική επειδή κάνει το πρόβλημα να φαίνεται διαχειρίσιμο. Η κλιματική αλλαγή όμως δεν είναι ένα τεχνικό πρόβλημα. Η κλιματική αλλαγή είναι ένα πολιτικό πρόβλημα, με την κυριολεκτική έννοια του όρου, το οποίο σημαίνει ότι εμπεριέχει ανταγωνιστικές σκοπιές για το είδος του κόσμου που θέλουμε να ζήσουμε.
Ο Pollin έχει μια βάσιμη ανησυχία ότι η ατζέντα της αποανάπτυξης θα περιλαμβάνει τη μείωση του ΑΕΠ, το οποίο έχει πολλά προβλήματα, κυρίως την αύξηση της φτώχειας, τις ανισότητες, τα χρέη, τη λιτότητα κτλ. Θα είμαστε ανόητοι να αγνοήσουμε τέτοιους κινδύνους. Σε μια καπιταλιστική οικονομία συνδεδεμένη με τη μεγέθυνση ή την κατάρρευση, η ανάπτυξη είναι θεμελιώδης για την σταθερότητα του συστήματος. Όμως η ανάπτυξη είναι καταχρηστική και αυτοκαταστροφική. Οφείλουμε να υποστηρίζουμε τον καπιταλισμό εσαεί, μόνο και μόνο επειδή ένας καπιταλισμός που καταρρέει είναι χειρότερος για τους εργαζομένους από έναν καπιταλισμό που πηγαίνει καλά;
Όσοι γράφουμε σχετικά με την αποανάπτυξη, δεν είμαστε υπέρμαχοι μιας ηθελημένης μείωσης του ΑΕΠ (είμαστε οι πρώτοι που ασκούμε κριτική στο ΑΕΠ επειδή συνδυάζει «καλά» και «κακά» και δεν λαμβάνει υπόψη την άμισθη εργασία). Ίσως ο Pollin έχει μπερδευτεί γιατί όντως υποστηρίζουμε ότι αν κάνουμε ό,τι θεωρείται σωστό, οικολογικά και κοινωνικά, θα έχουμε ως αποτέλεσμα, πολύ πιθανόν, την επιβράδυνση της οικονομίας, όπως αυτή μετριέται από το ΑΕΠ. Ή ίσως επειδή ισχυριζόμαστε ότι συγκεκριμένοι τομείς της σημερινής οικονομίας, που είναι σημαντικοί για την επέκταση της, όπως ο πολεμικός εξοπλισμός, η διαφήμιση, τα μη αναγκαία καταναλωτικά αγαθά, οι κερδοσκοπικές χρηματοδοτήσεις κτλ., πρέπει να περιοριστούν. Δεδομένου του πόσο συνδεδεμένη είναι η καπιταλιστική οικονομία με την ανάπτυξη, προκύπτει το ερώτημα πώς ή υπό ποιες συνθήκες μπορούμε να διασφαλίσουμε την ευημερία των ανθρώπων και την ισότητα χωρίς ανάπτυξη. Αυτό είναι ένα τεράστιο ερευνητικό ερώτημα, το οποίο περιλαμβάνει οικονομικά μοντέλα, ιστορικές και εθνογραφικές μελέτες, και μια αξιολόγηση πιθανών θεσμικών μεταρρυθμίσεων, όπως ο καταμερισμός εργασίας, ένα κατοχυρωμένο βασικό εισόδημα ή ένας μέγιστος φόρος εισοδήματος. Είναι επιπλέον μια πολιτική ατζέντα για την Αριστερά ώστε να διαχωριστεί η ευημερία από την ανάπτυξη.
Ο Pollin ισχυρίζεται ότι αυτοί που γράφουν για την αποανάπτυξη δεν προσφέρουν ένα συγκεκριμένο σχέδιο αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Μιλώντας για τον εαυτό μου, δεν αισθάνομαι ότι έχω να προσθέσω κάτι καινούριο στις εξαιρετικές προτάσεις που έχουν ήδη γίνει από τον ίδιο τον Pollin, τη Naomi Klein και πολλούς άλλους. Το πρόβλημα με την κλιματική αλλαγή δεν είναι η έλλειψη ιδεών σχετικά με το τι πρέπει να γίνει. Το πρόβλημα με την κλιματική αλλαγή έγκειται στο ότι δεν πράττουμε. Αυτό που προσφέρουμε από την πλευρά της αποανάπτυξης είναι μια διαφορετική διάγνωση των αιτιών που δεν πράττουμε. Πιστεύουμε ότι αυτό συμβαίνει λόγω μιας θεμελιώδους σύγκρουσης μεταξύ της επιδίωξης του καπιταλισμού για ανάπτυξη και της άμβλυνσης της κλιματικής αλλαγής. Ορθές πολιτικές για το κλίμα δεν υιοθετούνται λόγω των επιπτώσεων τους στην ανάπτυξη, και η ανάπτυξη ξεπερνάει τα οφέλη που προέρχονται από την ανανεώσιμη ενέργεια. Η συμβολή μας είναι να διευρύνουμε τη δημόσια συζήτηση σχετικά με τις εναλλακτικές της ανάπτυξης.
Στην κοινότητα που ασχολείται με την κλιματική αλλαγή, ο καθένας έχει μια προτεινόμενη λύση. Μερικοί επιθυμούν έναν φόρο άνθρακα ενώ άλλοι ένα μέρισμα άνθρακα (ένας επιστρεφόμενος φόρος ως βασικό εισόδημα). Κάποιοι θέλουν πράσινα ομόλογα και άλλοι μια Πράσινη Νέα Συμφωνία. Είναι ασφαλές να υποστηρίξει κανείς ότι αν όντως επιθυμούμε την απεξάρτηση της οικονομίας από τον άνθρακα με τον πρωτοφανή ρυθμό που απαιτείται, όλες αυτές οι προτάσεις είναι απαραίτητες. Η απεξάρτηση όμως από τον άνθρακα δεν απαιτεί μόνο την αύξηση της ηλιακής και αιολικής ενέργειας στο ενεργειακό μείγμα, αλλά και την πλήρη απεξάρτηση από τα ορυκτά καύσιμα. Απαιτούνται νομοθεσία και πολιτικές δεσμεύσεις, σε συνδυασμό με την μάχη για τη διακοπή των έργων ορυκτών καυσίμων και ανθρακωρυχείων, καθώς και την αποεπένδυση από πετρελαϊκές εταιρίες.
Ο Pollin θεωρεί ότι μια επένδυση της τάξεως του 2 τοις εκατό σε καθαρή ενέργεια και απόδοση θα είναι επαρκής, υπάρχουν ωστόσο λόγοι να είναι κανείς σκεπτικός απέναντι σε ένα τέτοιο επιχείρημα. Αν και θα ήθελα να έχει δίκιο ο Pollin, έχω διαβάσει άλλους ευυπόληπτους επιστήμονες και μηχανικούς που ασχολούνται με την κλιματική αλλαγή, οι οποίοι είναι πολύ πιο επιφυλακτικοί από τον Pollin σχετικά με την προοπτική του 100 τοις εκατό ανανεώσιμες. Κατ’ αρχάς υπάρχει το πρόβλημα της διακοπτόμενης παροχής ηλιακής και αιολικής ενέργειας και οι τεράστιες απαιτήσεις τους για αποθήκευση της ενέργειας (μια από τις πρωταρχικές λύσεις που προβλέπονται είναι η αποθήκευση της, όπως συμβαίνει με την υδροηλεκτρική ενέργεια, η οποία απαιτεί μια δραματική δημιουργία φραγμάτων στα εναπομείναντα ποτάμια: ένας περιβαλλοντικός εφιάλτης δηλαδή). Υπάρχουν ύστερα οι εκπομπές που περιλαμβάνονται στην τροφοδότηση μιας μετάβασης στην ανανεώσιμη ενέργεια, οι οποίες μπορεί να είναι από μόνες τους αρκετές να ξεπεράσουν τον προϋπολογισμό του άνθρακα. Υπάρχουν επίσης οι σπάνιοι ορυκτοί πόροι της γης που είναι απαραίτητοι για την κατασκευή των ηλιακών συλλεκτών και μπαταριών, ορυκτά τα οποία είναι δυσεύρετα και η εξόρυξη τους γίνεται σε περιοχές και κοινότητες που ήδη υποφέρουν από την ακόρεστη δίψα μας για πρώτες ύλες. Τέλος, υπάρχει και το ερώτημα για τη χρήση της γης και την επίπτωση τους στα φυσικά τοπία. Και όπως είναι απολύτως κοινό σε αυτές τις τεχνικές διαμάχες, ο Pollin προτιμάει στοιχεία που συνάδουν με το επιχείρημα του. Όμως πιστεύω θα συμφωνούσε και ο ίδιος ότι η εικόνα είναι τουλάχιστον αρκετά πολύπλοκη και ασταθής.
Δεν μου αρέσει να είμαι σκεπτικιστής με το σημερινό πολιτικό σκηνικό, όπου οι ανανεώσιμες πηγές αντιμετωπίζουν μια δύσκολη μάχη ενάντια στα λόμπι των ορυκτών καυσίμων και της πυρηνικής ενέργειας. Ειλικρινά εύχομαι ότι ένα μέλλον με 100 τοις εκατό ανανεώσιμες πηγές να είναι εφικτό και τόσο αβλαβές όσο πιστεύει ο Pollin. Όμως η εμπειρία μας με προηγούμενες τεχνολογικές λύσεις έχει δείξει ότι πρέπει να είμαστε επιφυλακτικοί, αφενός λόγω των ανεκπλήρωτων υποσχέσεων, και αφετέρου επειδή πάντα υπάρχουν παράπλευρα αποτελέσματα και απρόβλεπτες δαπάνες. Ακόμα και αν τα περιβαλλοντικά και κοινωνικά κόστη της ανανεώσιμης ενέργειας δεν είναι τόσο υψηλά όσο μερικοί σκεπτικιστές πιστεύουν, δεν είναι όμως και αμελητέα, και με μια σύνθετη ανάπτυξη, ακόμα κι ένα ασήμαντο κόστος μπορεί πολύ γρήγορα να μεγεθυνθεί απεριόριστα. Όσο χαμηλότερο είναι το επίπεδο της ενεργειακής χρήσης, και όσο μικρότερη η οικονομία, τόσο ευκολότερη είναι η απεξάρτηση από τον άνθρακα, και λιγότερες οι επιπτώσεις που θα επέλθουν κατά τη διάρκεια της μετάβασης. Δεν υπάρχει κανένας λόγος κάποιος που ανησυχεί για το κλίμα και το περιβάλλον να είναι υπέρμαχος της οικονομικής ανάπτυξης.
Επιπλέον, ο Pollin δεν παρουσιάζει καμία απόδειξη ότι η κλίμακα των επενδύσεων που προτείνει θα έχει αποτέλεσμα. Ομολογουμένως, δεν υπήρξε ποτέ μια τέτοια μαζική επένδυση στο παρελθόν, και επομένως είναι δύσκολο να αξιολογήσουμε τα πιθανά αποτελέσματα. Στην προεκλογική του εκστρατεία, ο υποψήφιος Μπαράκ Ομπάμα υποσχέθηκε επενδύσεις 150 δις δολάρια σε μια περίοδο 10 ετών. Το 2009, η Πράξη για την Αμερικανική Ανάκαμψη και Επανεπένδυση είχε ως κίνητρο τη χρηματοδότηση ύψους 90 δις δολαρίων στρατηγικών επενδύσεων σε καθαρή ενέργεια, φορολογικά κίνητρα με σκοπό την προώθηση δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας, και την ανάπτυξη τεχνολογιών χαμηλών εκπομπών άνθρακα, υπόσχοντας να κινητοποιήσει περίπου 150 δις δολάρια σε ιδιωτικό και άλλο μη- ομοσπονδιακό κεφάλαιο για επενδύσεις σε καθαρή ενέργεια. Οι εκπομπές των ορυκτών καυσίμων μειώθηκαν κατά 11 τοις εκατό από το 2007 έως το 2013, χωρίς όμως αυτό να αποτελεί αποτέλεσμα της ανάπτυξης των ανανεώσιμων (παρά τον τριπλασιασμό της αιολικής ενέργειας και 30-πλάσια αύξηση της ηλιακής ενέργειας κατά τη διάρκεια της προεδρίας του Ομπάμα), αλλά περισσότερο ένα επακόλουθο της ύφεσης, της αύξησης της τιμής της βενζίνης και σε μικρότερο βαθμό μιας μεταστροφής από το κάρβουνο στο φυσικό αέριο.
Το 2009, η Νότια Κορέα ανακοίνωσε μια Πράσινη Νέα Συμφωνία Σχεδίου Δημιουργίας Θέσεων Εργασίας: 38,1 δις δολάρια επενδύθηκαν σε περίοδο τεσσάρων ετών σε περιβαλλοντικά έργα με σκοπό την ώθηση της οικονομικής ανάπτυξης που βρισκόταν σε ύφεση και τη δημιουργία ενός εκατομμυρίου θέσεων εργασίας. Οι εκπομπές της Κορέας ήταν 15 τοις εκατό υψηλότερες το 2014 σε σύγκριση με το 2008. Ο Pollin επιπλέον αναφέρεται στη Γερμανία ως «την πιο επιτυχημένη αναπτυγμένη οικονομία όσον αφορά την προώθηση μιας οικονομίας καθαρής ενέργειας». Οι εκπομπές στη Γερμανία το 2014 ήταν σχεδόν αμετάβλητες σε σχέση με το 2009, ενώ είχαν μειωθεί σχεδόν 20 τοις εκατό από το 1992 ύστερα από την κατάρρευση της βιομηχανίας της Ανατολικής Γερμανίας. Ακόμα κι έτσι όμως, σε κατά κεφαλήν όρους, βρίσκονται 80 τοις εκατό υψηλότερα από τον παγκόσμιο μέσο όρο. Αν ολόκληρος ο πλανήτης κατανάλωνε όσο η «επιτυχημένη» περίπτωση της Γερμανίας, όχι μόνο οι παγκόσμιες εκπομπές δεν θα μειώνονταν, αλλά αντίθετα θα διπλασιάζονταν.
Η Naomi Klein έγραψε ότι η κλιματική αλλαγή «αλλάζει τα πάντα». Ο Pollin μας λέει ότι δεν χρειάζεται να αλλάξει τίποτα, παρά μόνο το 2 τοις εκατό του ΑΕΠ. Θα συνεχίζουμε να ταξιδεύουμε με αεροπλάνο, να τρώμε κρέας, να οδηγούμε αυτοκίνητα πηγαίνοντας στα σπίτια μας στα προάστια, να πετάμε με ελικόπτερα και jets- με τη μόνη διαφορά ότι όλα αυτά θα τροφοδοτούνται με καθαρή ηλεκτρική ενέργεια. Δεν θα διαφωνήσω ξανά με αυτό τον τρόπο ζωής και τη δυνατότητα υλοποίησης αυτού του οράματος, αντ’ αυτού θα επισημάνω απλώς ότι ενστικτωδώς αυτό δεν έχει νόημα για τους ανθρώπους, αφού δεν χρειάζεται να είσαι επιστήμονας για να καταλάβεις τον βαθμό που εξαρτάται ο σημερινός τρόπος ζωής από τα ορυκτά καύσιμα. Οι αρνητές της κλιματικής αλλαγής το γνωρίζουν καλά, και όσοι μάχονται για την κλιματική αλλαγή ακόμα καλύτερα. Για να σταματήσουμε λοιπόν την κλιματική αλλαγή, δεν χρειαζόμαστε απλώς καθαρή παραγωγή, αλλά και να μειώσουμε και να μεταμορφώσουμε την κατανάλωση. Χρειαζόμαστε δωρεάν δημόσιες μεταφορές, νέες διατροφικές συνήθειες, έναν απλό τρόπο ζωής, οικονομικά σπίτια κοντά στον τόπο εργασίας μας, παραγωγή φαγητού κοντά στον τόπο κατανάλωσης του, μείωση του χρόνου εργασίας και των μετακινήσεων, έναν τρόπο ζωής δηλαδή που απαιτεί χαμηλά επίπεδα ενέργειας και ικανοποίησης, καθώς και τον περιορισμό των υπερβολικά μεγάλων εισοδημάτων και της κραυγαλέας κατανάλωσης. Η Πράσινη Νέα Συμφωνία δεν είναι μόνο μια ατζέντα σχεδιασμένη για την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής- είναι μια πράσινη ατζέντα της Αριστεράς που θα έπρεπε να την ακολουθήσουμε ακόμα και αν δεν υπήρχε η κλιματική αλλαγή. Και οφείλουμε να την ακολουθήσουμε ανεξάρτητα από το αν είναι «καλή για την οικονομία», επειδή βάζουμε τους ανθρώπους πάνω από αυτήν.
Το νομοσχέδιο της Πράσινης Νέας Συμφωνίας κινείται προς τη σωστή κατεύθυνση και οι διαφορές του με την πιο περιοριστική πρόταση του Pollin είναι κατατοπιστικές και πιο κοντά σε αυτό που ισχυρίζομαι εδώ. Το νομοσχέδιο δεν δεσμεύει μόνο κονδύλια για ανανεώσιμη ενέργεια, αλλά και για την υγεία, τη στέγαση και τις περιβαλλοντικές υποδομές. Προβλέπει παροχές για οικονομική ασφάλεια, όμοιες με τα σχέδια της εγγυημένης εργασίας και του βασικού μισθού- παροχές ουσιώδεις αν θέλουμε να διασφαλίσουμε μια ευημερία χωρίς ανάπτυξη. Ομολογουμένως, το νομοσχέδιο δεν μιλάει ρητά για μετά-ανάπτυξη ή αποανάπτυξη, και δεν αμφισβητεί άμεσα τις επικρατούσες συνθήκες κατανάλωσης, όπως θα ήθελε κάποιος σαν εμένα που κάθεται σε μια ακαδημαϊκή καρέκλα και δεν αναμιγνύεται με την κοινοβουλευτική πολιτική- όμως η κατανάλωση σίγουρα θα αλλάξει αν οι δημόσιες υπηρεσίες επεκταθούν στον προβλεπόμενο από το νομοσχέδιο βαθμό. Είναι ιδιαιτέρως σημαντικό ότι, αντιθέτως με τον Pollin, το νομοσχέδιο δεν δίνει έμφαση στην ανάπτυξη ή δεν αιτιολογεί το σχέδιο χρησιμοποιώντας την ανάπτυξη.
Η επιμονή λοιπόν του Pollin να δώσει έμφαση στις διαφορές μεταξύ της αποανάπτυξης και της Πράσινης Νέας Συμφωνίας είναι ξεπερασμένη και περιττή. Το άρθρο του Pollin είχε τίτλο «Αποανάπτυξη εναντίον Πράσινης Νέας Συμφωνίας». Ίσως έχει έρθει η ώρα να σταματήσουμε να επινοούμε «αντιθέσεις» και να κάνουμε την απαιτητική δουλειά να χτίσουμε καινούρια «και». Τι θα λέγατε για αποανάπτυξη και Πράσινη Νέα Συμφωνία; Ο αντίπαλος είναι ανυπέρβλητος και αυτό που χρειαζόμαστε είναι συμμαχίες και όχι διχογνωμίες.
Ο συγγραφέας ευχαριστεί τους Jason Hickel και David Ravensbergen για τα σχόλια και τις προτάσεις τους σε ένα προηγούμενο προσχέδιο αυτού του δοκιμίου.
Ο Γιώργος Καλλής, μέλος του Καταλανικού Ινστιτούτου Έρευνας και Ανωτέρων Σπουδών (ICRA), είναι καθηγητής πολιτικής οικολογίας και οικολογικών οικονομικών στο ICTA-AUB της Βαρκελώνης. Είναι συγγραφές του βιβλίου Αποανάπτυξη (2018, Agenda Publishing). Η συλλογή του με δοκίμια και δημοσιεύσεις στα ΜΜΕ με τίτλο «Προς Υπεράσπιση της Αποανάπτυξης» είναι διαθέσιμη δωρεάν.