Μετάφραση/επεξεργασμένη απόδοσης κειμένου της C. Radel του 2009.
Claudia Randel
Η φεμινιστική πολιτική οικολογία αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του πεδίου της γεωγραφίας κατά τη δεκαετία του 1990. Η ανάπτυξή της βασίστηκε σε εμπειρική έρευνα πεδίου, στις εναλλακτικές αντιλήψεις που αναπτύχθηκαν στο πεδίο της πολιτικής οικολογίας, καθώς και στο χώρο της εποικοδομητικής (κονστρουκτιβιστικής) φεμινιστικής θεωρίας για το φύλο.
Οικοφεμινιστική ουσιοκρατία
Η φεμινιστική πολιτική οικολογία άσκησε ισχυρή κριτική στις ουσιοκρατικές πτυχές του οικοφεμινισμού ― στα ειδικά γυναικεία γνωρίσματα ― και τις θεώρησε υπεύθυνες για την αποτυχία του να αντιμετωπίσει επαρκώς τόσο την υλική όσο και την ιδεολογική βάση που υποστηρίζουν τη γυναικεία δράση για το περιβάλλον.
Βασικό στοιχείο της προσέγγισης που επιχείρησε η φεμινιστική πολιτική οικολογία είναι η επικέντρωση στη σχέση των γυναικών με συγκεκριμένα περιβάλλοντα και με όρους πολιτικού ρεαλισμού, ιστορίας, κοινωνίας, και πολιτισμού τα οποία ανήκουν στην παράδοση της πολιτικής οικολογίας.
Η εμπειρική πρόσληψη και η σχέση με το περιβάλλον
Η φεμινιστική πολιτική οικολογία θεμελιώνει αναλυτικά και θεωρητικά την άποψη ότι τόσο η εμπειρική πρόσληψη όσο και η σχέση με το περιβάλλον διαφέρουν ανάμεσα στις γυναίκες και τους άνδρες, ότι αυτές οι διαφορές είναι σημαντικές και ότι οφείλονται εν μέρει στην κοινωνική κατασκευή της έμφυλης διαφοράς. Έτσι, η δεύτερη αίσθηση με την οποία μπορούν οι γυναίκες να κατανοήσουν τη φύση δεν είναι παρά μόνο ως εμπειρική σχέση με αυτή (τη φύση).
Η έρευνα στο χώρο της πολιτικής οικολογίας έδωσε μια αποτελεσματική μέθοδο για την κατανόηση της σχέσης των γυναικών με το περιβάλλον: Μετατόπισε το στόχο από τα ιδιαίτερα γυναικεία χαρακτηριστικά (γυναικεία ουσιοκρατία) στις σχέσεις ανάμεσα στα φύλα και το πώς αυτές επηρέασαν και επηρεάστηκαν (ιστορικά) από τις αλλαγές στο αγροτικό τοπίο. Αυτός ο τρόπος κατανόησης οδήγησε και τη μελέτη της γυναικείας σχέσης με το περιβάλλον προς νέες κατευθύνσεις, τρεις από τις οποίες είναι ιδιαίτερα σημαντικές.
Γυναικεία δικαιώματα και ευθύνες διαχείρισης των φυσικών πόρων
- ο διαφορετικός αντίκτυπος που έχουν τα project αειφόρου ανάπτυξης και διατήρησης τόσο στις γυναίκες, όσο και στις σχέσεις ανάμεσα στα φύλα,
- η κριτική εξέταση με βάση συγκεκριμένες εμπειρικές έρευνες του ισχυρισμού ότι το ιδιαίτερο γυναικείο ενδιαφέρον για την προστασία του περιβάλλοντος είναι κοινό σε παγκόσμια κλίμακα,
- η αναντιστοιχία ανάμεσα, από τη μία πλευρά στα περιορισμένα δικαιώματα των γυναικών επί των πόρων και από την άλλη στις αυξημένες ευθύνες διαχείρισης τους, ειδικά υπό συνθήκες γενικευμένης ανδρικής μετανάστευσης.
Dianne Rocheleau
Το 1996, η Dianne Rocheleau και οι συνεργάτες της διαμόρφωσαν το χώρο για το αναδυόμενο πεδίο της φεμινιστικής πολιτικής οικολογίας εντός του ευρύτερου πλαισίου της πολιτικής οικολογίας, ορίζοντας τρεις διαφορετικές ερευνητικές θεματολογίες με τις υποθέσεις εργασίας να επικεντρώνουν τις διαφορές μεταξύ των φύλων αναφορικά με τα περιβαλλοντικά ζητήματα:
- Έμφυλη γνώση. Η γνώση των ατόμων για το περιβάλλον είναι το αποτέλεσμα της υλικής τους αλληλεπίδρασης με αυτό και συναρτάται με το ποιος είναι κανείς (ατομική ταυτότητα), καθώς και με το ρόλου που παίζει στο νοικοκυριό και την ευρύτερη κοινότητα ή κοινωνία. Το φύλο είναι σημαντικό στοιχείο της ταυτότητας του κάθε ατόμου και καθορίζει το πώς διαμορφώνονται οι αλληλεπιδράσεις του με το περιβάλλον, επομένως και οι γνώσεις που αποκτά γι’ αυτό (το περιβάλλον). Με άλλα λόγια, μέσα από την εργασιακή και την κοινωνική τους θέσης οι γυναίκες και οι άνδρες βιώνουν το περιβάλλον διαφορετικά. Αναπτύσσουν διαφορετικές περιβαλλοντικές γνώσεις, είτε γνωρίζοντας καλύτερα μερικές πτυχές οι μεν και άλλες πτυχές οι δε, ή ακόμα αντιλαμβανόμενοι την ίδια πτυχή αλλά με διαφορετικούς τρόπους.
- Φύλο, φυσικοί πόροι, περιβαλλοντικά δικαιώματα και αντίστοιχες ευθύνες. Η πρόσβαση και ο έλεγχος των φυσικών πόρων ποικίλλει επίσης ανάλογα με την ταυτότητα του ατόμου, με το φύλο να έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο σε πολλά μέρη του κόσμου. Η ανδροκρατούμενη ιδιοκτησία γης είναι κλασικό παράδειγμα, ωστόσο οι φεμινιστές πολιτικοί οικολόγοι ενδιαφέρονται επίσης και για λεπτότερες αποχρώσεις αναφορικά με την ιδιοκτησία, όπως είναι τα διαφορετικά ιδιοκτησιακά δικαιώματα για τα διαφορετικά μέρη ενός δέντρου ανάλογα με το φύλο.
Είναι ενδιαφέρον ότι τα δικαιώματα για την ποιότητα του περιβάλλοντος μπορεί να τέμνονται με ζητήματα ανισότητας ανάμεσα στα φύλα και το πώς στον ανεπτυγμένο κόσμο αυτό έρχεται να συνδέσει τη φεμινιστική πολιτική οικολογία με τη διαπραγμάτευση από τη λογοτεχνία ζητημάτων περιβαλλοντικής δικαιοσύνης. Αν και η δεύτερη (η λογοτεχνία) επικεντρώθηκε αρχικά σε ζητήματα φυλής, τάξης και εθνικότητας, πρόσφατα άρχισε να διαπραγματεύεται και το πώς η ανισότητα ανάμεσα στα φύλα επηρεάζει τον τρόπο που προσλαμβάνει κανείς εμπειρικά τον κίνδυνο που ενέχει η περιβαλλοντική υποβάθμιση.
Εργασιακή ευθύνη
Εκτός από τα περιβαλλοντικά δικαιώματα, και η εργασιακή ευθύνη σχετικά με τη διαχείριση των φυσικών πόρων αντανακλά ευρύτερες έμφυλες διακρίσεις στον καταμερισμό της εργασίας. Η φεμινιστική πολιτική οικολογία αποδίδει πρόσημο φύλου τόσο στα περιβαλλοντικά δικαιώματα όσο και τις ευθύνες, ωστόσο αναγνωρίζει και σημεία τομής ανάμεσα στα φύλα σε σχέση με άλλους κοινωνικούς διαχωρισμούς και αυτό αφαιρεί τον μονοσήμαντο δυισμό άνδρας-γυναίκα και αυξάνει την πολυπλοκότητα των φαινομένων, χωρίς αυτό να αναιρεί και τη σχετική σημαντικότητα του φύλου. Συμβαίνει, τελικά, διαφορετικές γυναίκες να βιώνουν με διαφορετικό τρόπο τα ατομικά δικαιώματα και τις ατομικές ευθύνες, καθώς και τις αλλαγές που επέρχονται σε αυτά τα δικαιώματα και τις ευθύνες στη διάρκεια της ζωής τους.
- Φυλετική περιβαλλοντική πολιτική και ακτιβισμός λαϊκής βάσης. Οι διαφορές μεταξύ των φύλων στη γνώση, τα δικαιώματα και την ευθύνη μεταφράζονται και σε διαφορές στα περιβαλλοντικά συμφέροντα ή και τα διακυβεύματα των περιβαλλοντικών αλλαγών. Παρόλο που στον ανεπτυγμένο κόσμο οι γυναίκες μετέχουν μειοψηφικά σε πολλές από τις παραδοσιακές ομάδες προστασίας του περιβάλλοντος, συχνά βρίσκονται στην πλειοψηφία των περιβαλλοντικών κινήσεων λαϊκής βάσης. Οι κοινωνιολόγοι του περιβάλλοντος μιλούν για περιορισμένες διαφορές περιβαλλοντικών στάσεων και συμπεριφορών ανάμεσα στα φύλα, παρέχουν ωστόσο ενδείξεις ότι οι γυναίκες και οι άνδρες διαφέρουν στους τύπους περιβαλλοντικών ζητημάτων με τα οποία ασχολούνται πολιτικά, καθώς και στον τρόπο με τον οποίο ασκούν την πολιτική και τον πολιτικό ακτιβισμό. Σε πολλές περιπτώσεις εμπλοκής των γυναικών στα περιβαλλοντικά κινήματα λαϊκής βάσης, έχουν αναπτυχθεί ουσιοκρατικές θέσεις, ιδιαίτερα αυτές που σχετίζονται με τη μητρότητα. Ωστόσο, οι φεμινίστριες πολιτικοί οικολόγοι και οι φεμινίστριες γεωγράφοι γενικότερα, αμφισβητούν συχνά αυτή τη στάση.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1990 κι εδώ, η φεμινιστική πολιτική οικολογία και γενικότερα η πολιτιστική και πολιτική οικολογία, συνέχισαν την προσπάθεια να κατανοήσουν το πώς οι σχέσεις ανθρώπου-περιβάλλοντος τέμνονται με άλλες κοινωνικές σχέσεις, όπως η τάξη, η εθνικότητα και το φύλο. Οι γεωγράφοι οργάνωσαν με διάφορους τρόπους αυτά τα σημεία τομής και συνέχισαν να τονίζουν ότι υφίσταται αμοιβαιότητα κατά την κατασκευή των σχέσεων ανάμεσα στο φύλα και σε εκείνες με το περιβάλλον. Όλο και περισσότερο, οι γεωγράφοι που μελετούν τις σχέσεις ανθρώπου-περιβάλλοντος τονίζουν το ρόλο του υλικού κόσμου και της ιδεολογίας, διερευνώντας, για παράδειγμα, το πως δημιουργείται η κοινωνική ταυτότητα (συμπεριλαμβανομένης της ταυτότητας φύλου) με και μέσω των περιβαλλοντικών σχέσεων και το πως αυτό παράγει συγκεκριμένα υλικά αποτελέσματα. Όσον αφορά το έμφυλο πρόσημο των περιβαλλοντικών σχέσεων, υπάρχει μια αναπτυσσόμενη διερεύνηση του ρόλου που παίζει ο γυναικείος παράγοντας για τον επανακαθορισμό της γυναικείας ταυτότητας, συμπεριλαμβανομένης εκείνης των σχέσεων με το περιβάλλον, καθώς και τις υλικές συνέπειες που παράγουν αυτές.
Donna Haraway
Η φεμινιστική θεωρία έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο αναφορικά με την μελέτη σε βάθος της γεωγραφίας των σχέσεων ανθρώπου-περιβάλλοντος και των αλληλεπιδράσεων φύσης-κοινωνίας, πέρα από τα όρια της φεμινιστικής πολιτικής οικολογίας. Για παράδειγμα, υπήρξε σημαντική η επιρροή της Donna Haraway που εστίασε στην υπέρβαση του δίπολου φύση από τη μία πλευρά, πολιτισμός από την άλλη μέσω της μεταφοράς του cyborg, ενός φανταστικού πλάσματος, συνδυασμού ζώου και μηχανής.
Sarah Whatmore
Επίσης, γεωγράφοι όπως η Sarah Whatmore υπερβαίνουν τον δυϊσμό της φύση/πολιτισμός μέσω της έννοιας των υβριδικών γεωγραφιών, όπου το όριο μεταξύ των ανθρώπινων και των μη ανθρώπινων καταργείται.
1 σκέψη για το "Φεμινιστική πολιτική οικολογία: Η φύση και τα φύλα"