Στις 14-Απρ. αναρτήθηκε στο ecopol άρθρο του Γ. Δουράκη με τίτλο ‘Ένγκελς, προφήτης της κλιματικής αλλαγής: Η φύση είναι ανίκητη!’. Εδώ δεν πρόκειται να εμπλακώ στον απολύτως ανούσιο διαγωνισμό μεταξύ Μαρξ και Ένγκελς. Άλλωστε η συμβολή του Ένγκελς είναι γνωστή και αδιαμφισβήτητη, ενώ ειδικά για την οικολογία έχει τεκμηριωθεί και η σημαντική συμβολή της συντρόφου του Mary Burns. Απλά το άρθρο του Γ. Δουράκη μου έδωσε την ευκαιρία να ιχνογραφήσω σε δύο αναρτήσειςτη θεωρία του ‘μεταβολικού χάσματος ή κοινωνικο-οικολογικής ρήξης’.
Οικονομικά & Φιλοσοφικά Χειρόγραφα
Στα χειρόγραφα του 1844 ο Μαρξ περιγράφει το πώς οι σχέσεις ανθρώπου-φύσης εμπλέκουν έναν είδος κοινωνικο-οικολογικού μεταβολισμού που αναπτύσσεται μέσω των εργασιακών διαδικασιών. Υποστηρίζει συγκεκριμένα ότι η εργασία διαμεσολαβεί, ρυθμίζει και ελέγχει τον μεταβολισμό ανάμεσα στις φυσικές δυνάμεις και τις ανθρώπινες και έτσι καθορίζει αποφασιστικά τη σχέση του ανθρώπου με τη φύση. Ως μέρος της φύσης, ο άνθρωπος κινητοποιεί τις ιδιαίτερες δικές του φυσικές δυνάμεις (το σώμα του) προκειμένου να μετασχηματίσει την υλική πρώτη φύση στην ανθρωπογενή δεύτερη φύση, έτσι που να εξυπηρετεί τις δικές του ανάγκες επιβίωσης. Εντέλει, ο άνθρωπος αλλάζει την εξωτερική φύση και ως μέρος της αλλάζει ταυτόχρονα και τη δική του ιδιαίτερη φύση. Με άλλα λόγια, οι εργασιακές διαδικασίες α) έχουν καθολική ισχύ, β) διαμεσολαβούν τον μεταβολισμό ανάμεσα στην εξωτερική φύση και τον άνθρωπο και επομένως γ) ορίζουν τις φυσικές συνθήκες της ανθρώπινης ύπαρξης. Στις μέρες μας πια η δεύτερη η ανθρωπογενής φύση καταλαμβάνει το σύνολό του πλανήτη.
Μας λέει ακόμα ότι, εκτός από τη σωματική δύναμη που αποσκοπεί στην ικανοποίηση των ζωτικών του αναγκών (πείνα, δίψα, αναπαραγωγή), ο άνθρωπος κινητοποιεί και τα ταλέντα του και έτσι στα προϊόντα της εργασίας του αποτυπώνει σε μεγάλο βαθμό και τις δυνάμεις της διάνοιας του (στοχασμό, φαντασιώσεις, παραμυθίες κ.ά. — όλα κοινωνικά διαμεσολαβημένα ―, δηλαδή την ίδια την κοινωνικά προσδιορισμένη ανθρώπινη ουσία.
Η διπλή ουσία της φύσης
Με τα παραπάνω ο Μαρξ προβάλει την ιδέα της διπλής ουσίας της φύσης α) ως αντικειμενική δύναμη ‘εκεί έξω’, της οποίας η ανθρωπότητα οφείλει να γνωρίσει τους περιορισμούς (εδώ τους περιορισμούς που θέτει η οικολογία) και να δρά ανάλογα και β) ως υλικό το οποίο χρησιμοποιούν οι άνθρωποι για να παραγάγουν τεχνήματα, όπου σε αυτά πραγματώνουν τον εαυτό τους.
Φύση: ταυτοτικό στοιχείο της ανθρώπινης διάνοιας
Το σχήμα δουλεύει ως εξής: ο κοινωνικός άνθρωπος εξωτερικεύει τις δυνάμεις του στο περιβάλλον και αποκτά συνείδηση του εαυτού του. Την ίδια στιγμή ιδιοποιείται μέρος της φύσης προκειμένου να ικανοποιήσει τις ανάγκες του. Με τον τρόπο αυτό η φύση ‘εξανθρωπίζεται’ (ο κοινωνικός άνθρωπος προσδίδει το δικό του κοινωνικό νόημα στη φύση), ενώ η κοινωνία ‘φυσικοποιείται’ (αποκτά συνείδηση της υλική της υπόστασης και γενικότερα των σχέσεων της με τη φύση). Τελικά, εκτός από κοινωνικά, η ανθρώπινη πράξη εγγράφει στην ανθρώπινη συνείδηση και στοιχεία φυσικού περιβάλλοντος. Τα στοιχεία του φυσικού αποτελούν μόνιμες συνιστώσες της ανθρώπινης συνείδησης και επάγουν ηθικές υποχρεώσεις απέναντι στο περιβάλλον ως υποχρεώσεις απέναντι στον εαυτό. Κοντολογίς, εκτός από κοινωνική, η μαρξική ανθρωπολογία θέτει στο επίκεντρο της πολιτικής συζήτησης τον άνθρωπο και ως φυσική/βιολογική ύπαρξη. Επομένως, ως στοιχείο ταυτότητας, η σχέση του ανθρώπου με τη φύση είναι πάντα εκεί παρούσα.
Βρετανική φύση πριν την την κοινωνικο-οικολογική ρήξη
Αργότερα, αναλύοντας στο Κεφάλαιο την μεγάλης κλίμακας υποβάθμιση του εδάφους στη Βρετανία κατά το πρώτο μισό του 1800, Ο Μαρξ εντόπισε μια ‘ρήξη’ στον κοινωνικο-οικολογικό μεταβολισμό. Παρατηρεί συγκεκριμένα ότι πριν από την εκβιομηχάνιση, η ανακύκλωση των θρεπτικών πραγματοποιούνταν ομαλά με φυσικό τρόπο χάρη και στη συνέργεια των τοπικών πληθυσμών (ήπια άρδευση, κοπριά, αποστραγγιστικά κανάλια, φυτοφράχτες, γενικά αγροτική φροντίδα). Με την εφεύρεση της ατμομηχανής και την συνακόλουθη βιομηχανική επέκταση, η ανεξέλεγκτη σπάταλη φυσικών πόρων πήρε τεράστιες διαστάσεις, ενώ και η αγγλική ύπαιθρος ερήμωσε πληθυσμιακά, φτώχυνε η γεωργική φροντίδα και η ανακύκλωση στη χέρσο εμφάνισε δυσλειτουργίες. Αντίθετα, στο πολυσύχναστο Λονδίνο μεγάλες ποσότητες θρεπτικών ξεπλένονταν στον Τάμεση και δημιουργούσαν ευτροφικές δυσλειτουργίες, ανατροπές στην ποτάμια ανακύκλωση και αυξημένη νοσηρότητα. Αυτή η ‘ρήξη’ μεγιστοποίησε τις διαφορές χωριό-πόλη και οδήγησε τον Μαρξ στον ισχυρισμό ότι ο καπιταλισμός είναι εγγενώς αυτοκαταστροφικός.
Αριστερά φυσικός κύκλος ανακύκλωσης. Δεξιά μεταβολική ρήξη (metabolic Rift)
Ο Bellamy-Foster θεωρεί ότι, μέσω της μεταγενέστερης ιδέας του για τη ‘μεταβολική ρήξη’, ο Μαρξ μετέφρασε με πιο υλικούς όρους την πρώιμη αντίληψή του για την αποξένωση της φύσης (μέρος του Φουερμπαχικού νατουραλισμού που διαπερνούσε τα Οικονομικά και Φιλοσοφικά χειρόγραφα του 1844). Υποστηρίζει ότι χωρίς τη ‘ρήξη’, είναι αδύνατον να κατανοηθεί η ανάλυση του Μαρξ για τον ανταγωνισμό πόλης ― υπαίθρου, η κριτική του για την καπιταλιστική γεωργία, καθώς και το αίτημά του για ‘αποκατάσταση’ της μεταβολικής σχέσης μεταξύ της ανθρωπότητας και της φύσης, δηλαδή, η βασική έννοια της αειφορίας. Και συνεχίζει, το αποτέλεσμα είναι ένας ιστορικός υλισμός συνδεδεμένος (σε ισότιμη βάση, προσθέτω) με την ιστορία του φυσικού κόσμου, κόντρα στη φυσιοκρατία του μηχανικού υλισμού, του βιταλισμού και του κοινωνικού Δαρβινισμού. Κατά τον Bellamy-Foster, ο Μαρξ προβάλει με μέγιστη προσοχή έναν εποικοδομητισμό, πλήρως εναρμονισμένο με τον δικό του πρακτικό υλισμό, ο οποίος δίνει έμφαση στο ρόλο της ανθρώπινης πρακτικής, ενώ δεν χάνει από τον ορίζοντά του στις φυσικές συνθήκες, τη δαρβινική εξέλιξη και τη μεταβολική αλληλεπίδραση της ανθρωπότητας με τη φύση.
1 σκέψη για το "Σε διάλογο με τον Γ. Δουράκη Ι: Και Ένγκελς και Μαρξ. Η Κοινωνικο-Οικολογική Ρήξη"