Την 1η Απριλίου 2023 δημοσιεύτηκε στο Monthly Review συνέντευξης του John Bellamy Foster (Μπ.φ) στους Dan Swain and Monika Woźniak. και μου στάλθηκε από την πρώην μεταπτυχιακό φοιτητή και φίλο Θεοδόση Σιάκκα.
Ο Μπ.Φ ισχυρίζεται ότι οι ‘τρέχουσες αντιλήψεις’ περί την οικολογία του Μαρξ και του Ένγκελς είναι συνήθως προϊόντα ελλιπούς γνώσης της σκέψης τους. Κατά τη γνώμη του αξίζει μια πιο καταφατική προσέγγιση της κλασικής ιστορικο-υλιστικής οικολογικής κριτικής που ανέπτυξαν ο Μαρξ και ο Ένγκελς, αλλά και μεταγενέστεροι σοσιαλιστές στοχαστές που επηρεάστηκαν από αυτούς, με στόχο την οργάνωση μιας μεθοδολογικής βάσης στην υπηρεσία της σοσιαλιστικής οικολογίας του 21ου αιώνα.
Ο οικολογικός στοχασμός του Μαρξ
Ο Μπ.Φ αναγνωρίζει ως θεμελιώδη τον οικολογικό στοχασμό του Μαρξ, όχι μόνο για την εποχή του αλλά και για τη δική μας, αφού κρίσιμες πτυχές της μεθόδου του δεν ξεπεράστηκαν ποτέ. Αποδίδει σπουδαία σημασία στις έννοιες ‘καθολικός μεταβολισμός της φύσης’ και ‘κοινωνικός μεταβολισμός’ που αναφέρονται σε ανταλλαγές ύλης και ενέργειας τόσο ανάμεσα στις φυσικές οντότητες, όσο και ανάμεσα στη φύση και την κοινωνία. Μεθοδολογικό κλειδί στην οικολογική προοπτική του Μαρξ θεωρεί ο Μπ.Φ. την έννοια του ‘μεταβολικού ρήγματος’ που αναφέρεται στην ανατροπή των ισόρροπων ανταλλαγών ανάμεσα στην κοινωνία και τη φύση λόγω της κατασπατάλησης των φυσικών πόρων που υποστηρίζουν μεν την καπιταλιστική ανάπτυξη, πλην υπονομεύουν τις συνθήκες βιωσιμότητας του ανθρώπου. Υποστηρίζει ότι η υλιστική μέθοδος και ειδικά η ευφυής χρήση των παραπάνω εννοιών/μεθοδολογικών εργαλείων επέτρεψαν στον Μαρξ να κατανοήσει σε βάθος τις οικολογικές αντιφάσεις της εποχής του. Ακόμα περισσότερο, του επέτρεψαν να αναπτύξει μια μοναδική κριτική της πολιτικής οικονομίας του κεφαλαίου που επικεντρώνεται τόσο στις κοινωνικές όσο και στις περιβαλλοντικές αντιφάσεις του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Σήμερα, η οικολογική μέθοδος του Μαρξ επανέρχεται στο προσκήνιο και θεμελιώνει μια ισχυρή θεωρητική και πρακτική κριτική αναφορικά με την πλανητική κρίση του καιρού μας.
Μπ.Φ. αναγνωρίζει μεν ότι ο Μαρξ επηρεάστηκε σε μεγάλο βαθμό από τις φυσικές επιστήμες, ειδικά στο Κεφάλαιο, αποφαίνεται όμως ότι ο Ένγκελς ασχολήθηκε πιο άμεσα με αυτές. Επί της ουσίας, ο Ένγκελς υιοθέτησε την οπτική του Μαρξ, οι αναλύσεις του όμως επικέντρωναν περισσότερο στον καταμερισμό της εργασίας, αρχικά στο πρωτοποριακό του έργο για την επιδημιολογία ‘Κατάσταση της Εργατικής Τάξης στην Αγγλία’ και αργότερα στα ‘Διαλεκτική της Φύσης’ και ‘Αντι-Ντύρινγκ’. Μάλιστα ό Μπ.Φ. αναδιατυπώνει τη γνωστή ατάκα του Ένγκελς ‘η φύση είναι η απόδειξη της διαλεκτικής’ στην κατ’ αυτόν ορθή φράση ‘η οικολογία είναι η απόδειξη της διαλεκτικής’, μια άποψη που αποκτά καινούργιο νόημα στον εικοστό πρώτο αιώνα. Ακόμη επικαλείται την γνώμη του Γκουλντ ότι στο έργο ‘Διαλεκτική της Φύσης’ και συγκεκριμένα στο κεφάλαιο ‘Ο ρόλος της εργασίας στην εξανθρώπιση του πιθήκου’, ο Ένγκελς περιγράφει με ενάργεια την εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, ενώ ασκεί και πειστική κριτική αναφορικά με την οικολογική κρίση του καιρού του, που σημειωτέον δεν διαφέρει και πολύ από εκείνη του δικού μας καιρού.
Ένγκελς και Δαρβίνος
Η ενσωμάτωση από τον Ένγκελς της εξελικτικής θεωρίας του Δαρβίνου στη μαρξιστική ανάλυση επηρέασε τις αναλύσεις των μεταγενέστερων. Η διαλεκτική για το πως οι αλλαγές στις μορφές οργάνωσης της ύλης, (π.χ. η μεταστοιχείωση ουρανίου σε πλουτωνίου με βομβαρδισμό από νετρόνια), πυροδοτούν την ‘ανάδυση’ νέων υλικών δυνάμεων (πυρηνική ενέργεια), καθώς και η αντίληψη για την ‘ενσωμάτωση κατώτερων επιπέδων οργάνωσης της ύλης σε ανώτερα’, όπου οι ολότητες του κατώτερου επιπέδου (π.χ. αμινοξέα) γίνονται μέρη του ανώτερου (π.χ. πρωτεΐνες), ήταν ζωτικής σημασίας για τους μεταγενέστερους σοσιαλιστές. Το ίδιο και η ιδέες του για την ανάδυση του ανθρώπινου είδους μέσω της εργασίας, καθώς και για την προέλευση της οικογένειας.
Ο Μπ.Φ. δηλώνει ότι στο νέο του βιβλίο ‘The Return of Nature’ τιτλοφορεί ως ‘Η Επιστροφή του Ένγκελς’ το κεφάλαιο που εστιάζει στη σημασία της μαρξιστικής, εξελικτικής και οικολογικής παράδοσης στοχαστών όπως οι J.B.S. Haldane, J.D. Bernal, Joseph Needham, Lancelot Hogben και Hyman Levy κατά τις δεκαετίες 1930 και 1940, αφού τότε συντελέστηκε η εκ νέου ανακάλυψη του ‘Διαλεκτική της Φύσης’ και αποτέλεσε τη βάση για πολλές από τις επαναστατικές ανακαλύψεις της περιόδου που επηρέασαν το σύγχρονο περιβαλλοντικό κίνημα.
Vladimir Vernadsky και Nikolai Bukharin
Σε ότι αφορά το ζήτημα του σοβιετικού διαλεκτικού υλισμού ο Μπ.Φ. το θεωρεί περίπλοκο αλλά και εξαιρετικά ενδιαφέρον. Ειδικότερα σε ότι αφορά την οικολογία, δεν αποτελεί γι’ αυτόν έκπληξη ότι με την ενθάρρυνση του ίδιου του Β.Ι. Λένιν κατά τη δεκαετία του 1920 και έως τα μέσα της δεκαετίας του 1930 η Σοβιετική Ένωση είχε την πιο προηγμένη οικολογική επιστήμη στον κόσμο. Από τις διαλεκτικές αντιλήψεις που αναδύθηκαν εκείνη την εποχή επηρεάστηκαν ακόμη και μη μαρξιστές επιστήμονες. Πιο συγκεκριμένα: Ο γεωφυσικός Vladimir Vernadsky ανέπτυξε την έννοια της βιόσφαιρας και των βιογεωχημικών κύκλων. Ο γεωλόγος Aleksei Pavlov εισήγαγε την κατηγορία της Ανθρωπογενούς Περιόδου, το γνωστό Ανθρωπόκαινο. Ο Μπολσεβίκος επαναστάτης και θεωρητικός Νικολάι Μπουχάριν εφάρμοσε την έννοια της βιόσφαιρας του Βερνάντσκι στον ιστορικό υλισμό και διερεύνησε τον ‘κοινωνικό μεταβολισμό’ ως τη βάση της κοινωνικής και οικολογικής ισορροπίας. Ο βιολόγος Alexander Oparin εισήγαγε τη σύγχρονη υλιστική θεωρία της προέλευσης της ζωής, που αναπτύχθηκε επίσης την ίδια εποχή στην Αγγλία από τον δαρβινιστή John Haldane. Ο γενετιστής Nikolai Vavilov χαρτογράφησε τους παγκόσμιους γενετικούς πόρους (βλαστικό πλάσμα) όπως οι σπόροι. Ο ζωολόγος Vladimir Stanchinskii ήταν ο πρώτος που επιχείρησε την αυστηρή ενεργειακή ανάλυση των οικολογικών κοινοτήτων και των τροφικών επιπέδων, υπήρξε εκδότης του πρώτου επίσημου περιοδικού οικολογίας της ΕΣΣΔ και ήταν κορυφαίος υπέρμαχος των καταφυγίων άγριας ζωής. Ο φυσικός Boris Hessen εισήγαγε την κοινωνιολογία της επιστήμης και διερεύνησε τη σημασία που είχε η εστίασης του Ένγκελς στις σχέσεις των μετασχηματισμών της ύλης με τους μετασχηματισμούς της ενέργειας. Ο φυσικός B. Zavadovsky ανέπτυξε ισχυρή κριτική του βιταλισμού. Ο Nikolaevich Sukachev πρωτοστάτησε στη μελέτη υγροτοπικών συστημάτων.
Ο γενετιστής Nikolai Vavilov
Είναι αξιοσημείωτο ότι το 1931 οι Μπουχάριν, Βαβίλοφ, Ζαβαντόφσκι και Έσσεν, συμμετείχαν στη Δεύτερη Διεθνή Διάσκεψη για την Ιστορία της Επιστήμης και της Τεχνολογίας στο Λονδίνο και άσκησαν τεράστια επιρροή σε Βρετανούς σοσιαλιστές επιστήμονες, όπως ο Bernal, ο Needham, ο Hogben, ο Levy και ο Haldane, και συνετέλεσαν στη δημιουργία της ‘κόκκινης επιστήμης’ στη Βρετανία. Ωστόσο, με τις εκκαθαρίσεις του Στάλιν που ακολούθησαν την επικράτηση του σταλινισμού (και ειδικά της λυσενκοϊκής εκδοχής) εξαφανίστηκαν ο Μπουχάριν, ο Βαβίλοφ, ο Ζαβαντόφσκι, o Έσσεν και ο Σταντσίνσκι, αν και η παράδοσή της διαλεκτικής-υλιστικής επιστήμη επέζησε στο έργο των Βρετανών ‘κόκκινων επιστημόνων’.
Vladimir Sukachev και η βιογεωκαίνωση
Στην περίοδο του Στάλιν, ο διαλεκτικός υλισμός στη Σοβιετική Ένωση περιορίστηκε σε ένα τυποποιημένο σύστημα και ακολούθησε ανώριμες επιστημονικές διαδρομές όπως ο θετικισμός. Παρά ταύτα, επιβίωσαν και αυθεντικοί διαλεκτικοί-υλιστές στοχαστές στις φυσικές επιστήμες που ασχολούνται με την οικολογία, όπως ο Σουκάτσεφ, ο οποίος εισήγαγε την έννοια της βιογεωκαίνωσης (biogeocoenosis), μια από πολλές απόψεις πιο διαλεκτική εκδοχή της έννοιας του οικοσυστήματος, κοντά στην έννοια της βιόσφαιρας. Ως επικεφαλής της σοβιετικής επιστήμης, ο Σουκάτσεφ καταπολέμησε επιτυχώς τις δοξασίες του Trofim Lysenko κι έτσι άνοιξε το δρόμο για την αναβίωση της σοβιετικής περιβαλλοντικής σκέψης, την επανίδρυση καταφυγίων άγριας ζωής και γενικότερα συνετέλεσε στην επάνοδο της ‘ύστερης Σοβιετικής οικολογίας στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και του ’80.
Με κανέναν τρόπο η Σοβιετική Ένωση και γενικότερα οι κοινωνίες σοβιετικού τύπου δεν υπήρξαν μονολιθικές ούτε η ιστορία τους ήταν απλή, χαρακτηρίζεται μάλλον από αιφνίδιες ανατροπές. Συνοψίζοντας ο Μπ.Φ. συμπεραίνει ότι από οικολογική σκοπιά διακρίνονται τρεις περίοδοι. Η πρώτη διαρκεί ως τα μέσα της δεκαετίας του 1930. Η δεύτερη που χαρακτηρίζεται από την κυριαρχία του Στάλιν και τις μεγάλες εκκαθαρίσεις. Ενώ η τρίτη περίοδος της ύστερης σοβιετικής οικολογίας ξεκίνησε με την απόψυξη στη δεκαετία του 1960. Είναι αξιοσημείωτο ότι η Σοβιετική οικολογική σκέψη, όπως αυτή διαμορφώθηκε κατά την εναρκτήρια δεκαετία της Σοβιετική Ένωσης, δεν καταστράφηκε εντελώς στην περίοδο του Στάλιν. Μάλιστα, προς το τέλος αυτής της περιόδου επιβίωναν τις περιορισμένες υλιστικές μορφές σκέψης, ενώ αν σημειώθηκε και περιορισμένη άνθιση της σοβιετικής οικολογίας και αναδύθηκαν πρωτότυπες περιβαλλοντικές ιδέες αρκετά διαφορετικές από εκείνες στη Δύση.
Mikhail Budyko
Ήδη από τη δεκαετία του 1960, σοβιετικοί κλιματολόγοι, με προεξάρχοντα τον Mikhail Budyko, έπαιξαν πρωταγωνιστικό ρόλο στην εισαγωγή των ιδεών περί την επιταχυνόμενη κλιματική αλλαγή, τον πυρηνικό χειμώνα και τον οικολογικό πολιτισμό.
Η ύστερη σοβιετική οικολογία έδωσε μεγαλύτερη έμφαση στον περιβαλλοντικό σχεδιασμό, στο πλαίσιο της συνολικής διαδικασίας σχεδιασμού, σε αντίστιξη με την άναρχη προσέγγιση της αγοράς από τον καπιταλισμού. Ειδικότερα και με βάση ορισμένες από τις φυσικο-επιστημονικές ιδέες του Μαρξ προτάθηκε η ιδέα του ‘οικολογικού πολιτισμού’ και ένα είδος ‘οικολογικού ανθρωπισμού’ που δεν γίνονται επαρκώς κατανοητά στη Δύση ακόμη και σήμερα. Επίσης, ο Budyko και οι Σοβιετικοί κλιματολόγοι μίλησαν πρώτοι για κλιματική κρίση προς το τέλος της δεκαετίας του 1950 και τις αρχές του 1960, πριν την αποφασιστική μετατόπιση της πρωτοκαθεδρία προς τις Ηνωμένες Πολιτείες. Και ακόμη, με έμφαση στη βιόσφαιρα και έννοιες όπως η βιογεωκοένωση οι βιογεωχημικοί κύκλοι οι Σοβιετικοί οικολόγοι περιέγραψαν το γήινου σύστημα με τρόπο πιο ολοκληρωμένο.
Φάσεις αποξήρανσης της λίμνης Βαϊκάλη
Θα πρέπει να σημειωθεί εμφαντικά, ωστόσο, ότι τίποτα από τα παραπάνω δεν μπορεί να αναιρέσει τις οικολογικές αποτυχίες του σοβιετικού κράτους. Εντούτοις, όπως δεν μπορεί να κριθεί η αξία ολόληρης της περιβαλλοντικής και κριτικής σκέψης στη Δύση από τις αποτυχίες του καπιταλιστικού συστήματος, που τώρα οδηγεί την ανθρωπότητα προς την πλήρη καταστροφή, το ίδιο δεν θα πρέπει να υποτιμηθούν και οι συνεισφορές όλων των σοβιετικών στοχαστών με βάση τα λάθη του Κρεμλίνου. Τη ίδια περίοδο, καθόσον ο δογματισμός και εμμονή στα μεγάλα προμηθεϊκά εγχειρήματα, όπως η εκτροπή ποταμών, η αποξήρανση μεγάλων λιμνών, οι εκτεταμένες εξορύξεις κ.ά επιβίωναν σταθερά. Αρκετοί ωστόσο αγωνιστές της οικολογίας, επιστήμονες και φιλόσοφοι αντιστάθηκαν αποφασιστικά. Kατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1970 και του 1980 και υπό την ηγεσία επιστημόνων το μαζικό κίνημα αντιφρονούντων υπέρ της περιβαλλοντικής διατήρησης (conservation) κέρδιζε έδαφος και αναδείχθηκε στη μεγαλύτερη οργάνωση διατήρησης στον κόσμο, πριν εξαφανιστεί με τη διάλυση της ίδιας της ΕΣΣΔ.
Εκτεταμένα ανθρακωρυχεία